Και όμως κινείται (Α΄ μέρος)
Ο βασικός λόγος γι’ αυτό το κείμενο είναι, από τη μια, το πραγματικό γεγονός, ότι οι απεργιακές κινητοποιήσεις μετά τις 5 του Μάη (αλλά και πριν απ’ αυτήν) δεν βρίσκονταν στο ύψος που θα περίμενε κανείς, με βάση την οξύτητα των προβλημάτων, την έκδηλη οργή του κόσμου, τις σαφείς τάσεις απόρριψης των δυνάμεων του συστήματος και της πολιτικής τους. Eνα ζήτημα πολύ σοβαρό, που ανάλογα θα έπρεπε να εξετάσουν οι δυνάμεις του κινήματος και, κυρίως, να αντιμετωπίσουν.
Από την άλλη μεριά, εξίσου σοβαρό πρόβλημα αποτελούν οι «ερμηνείες» που δίνονται στο φαινόμενο από το σύνολο, σχεδόν, των πολιτικών δυνάμεων (πλην Λακεδαιμονίων) που αναφέρονται στην Αριστερά. Είναι απαραίτητο εδώ να διευκρινιστεί το εξής: Οταν αυτές οι δυνάμεις αναφέρονται σ’ αυτό το ζήτημα δεν εννοούν μόνο το επίπεδο ενεργοποίησης του κόσμου σε απεργιακές διαδηλώσεις και άλλες αγωνιστικές κινητοποιήσεις, που είναι και το κύριο ζήτημα για τη δική μας αντίληψη πραγμάτων. Εννοούν επίσης, και μάλιστα κυρίως αυτό τις απασχολεί, ότι στις διάφορες εκλογικές αναμετρήσεις ο κόσμος ψηφίζει σε μεγάλο ποσοστό ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και σε πολύ μικρότερο τα κόμματα που αναφέρονται στην Αριστερά.
Μια ελιτίστικη αντιδραστική αντίληψη
Κατά το σκεπτικό, λοιπόν, αυτών των δυνάμεων, ο κόσμος δεν ενεργοποιείται στην απαιτούμενη κλίμακα (ή δεν ψηφίζει «σωστά») επειδή, λένε, δεν καταλαβαίνει, έχει χαμηλό επίπεδο, δεν είναι επαρκώς πολιτικοποιημένος. Ετσι ξεγελιέται εύκολα από τα αστικά κόμματα, διστάζει να αγωνιστεί, βολεύεται και αναζητάει ατομικές λύσεις κ.λπ. Αν, μάλιστα, πάρει υπόψη του κανείς τις κατ’ ιδίαν συζητήσεις στελεχών και μελών αυτών των πολιτικών δυνάμεων, το τι λέγεται εκεί γι’ αυτόν τον «καθυστερημένο» κόσμο δεν έχει όριο και συγκρατημό. Πρόκειται για μια αντίληψη ελιτίστικη, ιδεαλιστική και βαθύτατα αντιδραστική. Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει εδώ είναι οι πολιτικές διαστάσεις του πράγματος, αξίζει, ωστόσο, να σταθούμε λίγο στα στοιχεία που τη συνιστούν.
Αυτή η αντιδραστική αντίληψη έχει ολοκάθαρα ταξική προέλευση και χαρακτήρα. Αν, μάλιστα, αναζητούσαμε τις πρωταρχικές της μήτρες θα χρειαζόταν να πάμε μερικές χιλιετίες πίσω.
Από τα τότε καλλιεργήθηκε η άποψη πως το ότι κάποιοι τα ‘χουν όλα και οι πολλοί τίποτα είναι επειδή οι πρώτοι ανήκουν σε «ανώτερη» κατηγορία ανθρώπων και οι δεύτεροι σε «κατώτερη». Αν τους καταπιέζουν δεν είναι για να τους εκμεταλλεύονται, αλλά επειδή ο λαός «δεν ξέρει» και πρέπει να τον «καθοδηγούν» ακόμη και με το κνούτο. Κι αν δεν ξέρει δεν είναι επειδή ο ταξικός χαρακτήρας της κοινωνίας του φράζει το δρόμο, αλλά επειδή «εκ φύσεως» είναι ανεπίδεκτος μαθήσεως.
Αυτή η αντιδραστική αντίληψη διαποτίζει με διάφορους τρόπους, σε διάφορες μορφές και κλίμακες όλες τις κοινωνικές κατηγορίες.
Την πνευματική ελίτ του συστήματος που θέλει να αισθάνεται και να αναγνωρίζεται ως κάτι το ανώτερο και εκλεκτό απέναντι στον «αμαθή» λαό. Το ότι επωφελούνται από τους ρόλους που τους αναθέτει το σύστημα αποτελεί την υλική βάση του πράγματος.
Τη μικροαστική τάξη, εν γένει, που δε θέλει να την εξομοιώνουν με την πλέμπα και μόνιμα την τυραννάει η προσδοκία ανέλιξης και ανόδου της στην ανώτερη κατηγορία.
Σημαντική η επίδρασή της -με διαβαθμίσεις- ακόμη και στην προοδευτική αριστερή διανόηση.
Το βασικό αρνητικό στοιχείο εδώ είναι ότι οι περισσότεροι αυτής της κατηγορίας προσεγγίζουν τον λαό έχοντας στις αποσκευές τους την αντίληψη πως έρχονται να προσφέρουν στην «καθυστερημένη μάζα» τα φώτα τους. Κάποιοι κατορθώνουν -και είναι αυτό συνάρτηση της ανάπτυξης του κινήματος- να αποβάλλουν αυτές τις ιδεοληψίες και να συνενωθούν ουσιαστικά με τον λαό. Κάποιοι άλλοι, και συνήθως οι περισσότεροι, απογοητεύονται με την «αχαριστία» του λαού που δεν εννοεί να αντιληφθεί το μεγαλείο τους και επιστρέφουν στην τάξη και τις αντιλήψεις τους.
Μεταθέτοντας τις ευθύνες
Το βασικό, και αυτό που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα εδώ, βρίσκεται στο ότι μια τέτοια αντίληψη χαρακτηρίζει, σ’ αυτόν ή σ’ εκείνο το βαθμό, με αυτόν ή εκείνον τον τρόπο, τις απόψεις και τη στάση και των πολιτικών δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά. Το «παράδοξο» εδώ βρίσκεται στο ότι οι ίδιες αυτές οι δυνάμεις κατά τα άλλα διακηρύσσουν ότι οι λαϊκές μάζες (ειδικότερα η εργατική τάξη για ορισμένες απόψεις) έχουν τον πρώτο και τελευταίο λόγο. Οτι στο λαό, τις λαϊκές δυνάμεις και την πάλη τους βρίσκονται οι απαντήσεις για τα προβλήματα της κοινωνίας.
Η δεκτικότητα αυτών των δυνάμεων απέναντι σε αστικές αντιδραστικές αντιλήψεις και «ερμηνείες» που θα ‘πρεπε να απορρίπτονται ασυζητητί, έχει πολύ συγκεκριμένες αιτίες:
α) Τη διάθεση συγκάλυψης των ευθυνών αυτών των δυνάμεων για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το κίνημα. Τους είναι πολύ πιο βολικό να τις μεταθέσουν στο λαό από το να τις αναγνωρίσουν.
β) Την έλλειψη κάθε πραγματικής διάθεσης να αναλάβουν τις ευθύνες τους απέναντι στον λαό και το κίνημα και να κινηθούν με βάση τις πραγματικές απαιτήσεις της ταξικής πάλης.
γ) Τη δικαιολόγηση πολιτικών επιλογών που αναζητούν δρόμους προσαρμογής στα πλαίσια και με τους όρους του συστήματος.
Ταξική και πολιτική διάσταση ενός ζητήματος
Εχουμε την άποψη ότι ο λαός «καταλαβαίνει» πολύ καλά. Και όσον αφορά μάλιστα την ταξική διάσταση του ζητήματος, πολύ καλύτερα, πολύ περισσότερο και πολύ πιο ουσιαστικά από τους κάθε λογής τιμητές του.
Την ταξική φύση της κοινωνίας στην οποία ζει δε χρειάζεται να του τη δείξει κανείς. Τη βιώνει από την ώρα που γεννιέται μέχρι να πεθάνει.
Τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του συστήματος δε χρειάζεται να του τον μάθει κανείς. Τον υφίσταται καθημερινά στο πετσί του.
Την ταξική προέλευση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει δε χρειάζεται κανέναν δάσκαλο να του την εξηγήσει. Από την πρώτη στιγμή που πατάει στα πόδια του έρχεται αντιμέτωπος με αυτά και έχει μάθει να τα αναγνωρίζει καθώς καθημερινά τα αντιπαλεύει.
Την ταξικότητα της καταπίεσης που ασκεί το σύστημα δε χρειάζεται να του την καταδείξει κανείς. Την αντιμετωπίζει καθημερινά σε όλες τις εκφράσεις της ζωής του.
Αυτά είναι που διαμορφώνουν τον ταξικό πυρήνα των αντιλήψεων κάθε λαϊκού ανθρώπου, καθώς αποτελεί συμπύκνωση εκατομμυρίων εμπειριών τέτοιου χαρακτήρα.
Είναι εντελώς άλλο ζήτημα το ποιες ιδεολογικές πολιτικές αντιλήψεις ενστερνίζεται (όσο, όπως) και, κυρίως, ποια «πρακτική» στάση ζωής διαμορφώνει τελικά. Αυτό συναρτάται με σειρά παραγόντων και επιδράσεων. Για λόγους οικονομίας αυτού του κειμένου θα τους παρακάμψω και θα σταθώ μόνο σε έναν, αλλά καθοριστικής σημασίας.
Αποφασιστικό ρόλο στο αν ένας εργαζόμενος επιλέξει τον δρόμο της προσαρμογής-επιβίωσης ή θα αναζητήσει αγωνιστικά μια άλλη διέξοδο έχει το αν αυτή η διέξοδος προβάλλει με τρόπο που να τον πείθει ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Κάτι τέτοιο ευθέως συναρτάται με το επίπεδο ανάπτυξης του κινήματος, το ρόλο που έχουν σε μια τέτοια ή αλλιώτικη εξέλιξή του οι πολιτικές δυνάμεις (και βασικά της Αριστεράς) που δρουν στα πλαίσιά του. Ως προς αυτό, χρήσιμη είναι μια πιο συγκεκριμένη αναφορά σε παράγοντες και εξελίξεις που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση.
Μια πορεία αποσυγκρότησης
Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται το κίνημα έχει πολύ συγκεκριμένες αιτίες, διαμορφώθηκε κάτω από συγκεκριμένους όρους και σε μια πορεία δεκαετιών. Η αφετηριακή βάση του προβλήματος βρίσκεται στην ιστορικών διαστάσεων ήττα του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος. Το πώς και το γιατί αφορά μια άλλη συζήτηση η οποία ήδη διεξάγεται και στα πλαίσια της οποίας έχουμε ήδη διατυπώσει τις απόψεις μας. Εδώ μας ενδιαφέρει από την άποψη των συνεπειών, των όρων που διαμόρφωσε, αλλά και το πώς αντιμετωπίστηκε από τις δυνάμεις της Αριστεράς. Θα αναφερθούμε μόνο σ’ ένα ζήτημα.
Κομβικό ρόλο σ’ αυτή την αρνητική εξέλιξη είχε το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ στη Σ.Ε. (1956), που άνοιξε το δρόμο ο οποίος οδήγησε στην ολοκληρωτική παλινόρθωση και τελική ήττα. Είναι πολύ διαφωτιστικό να θυμηθούμε ότι αυτή η αποφασιστικού χαρακτήρα ήττα του κινήματος χαιρετίστηκε τότε από τις περισσότερες δυνάμεις της Αριστεράς σαν μια μεγάλη νίκη! Αυτό καθόρισε τη στάση, την πολιτική και τις επιλογές τους σ’ όλο το διάστημα από τα τότε μέχρι τις μέρες μας. Ετσι, από «νίκη» σε «νίκη» τέτοιου είδους και «έξυπνες κινήσεις», σαν αυτές που προτείνονται και σήμερα, οδηγηθήκαμε στα γνωστά αποτελέσματα και τις συνέπειές τους.
Στην αποσύνθεση του κομμουνιστικού κινήματος που έδωσε έδαφος σε ρεφορμιστικές απόψεις και σχηματισμούς.
Σε πλήρη συνάρτηση με το προηγούμενο, στην πορεία αποσυγκρότησης της εργατικής τάξης, του κορμού της ισχύος της λαϊκής πάλης.
Στον συνολικό ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό αφοπλισμό των λαϊκών δυνάμεων.
Διαμορφώθηκε, έτσι, το έδαφος για την κυριάρχηση των καθαρά σοσιαλδημοκρατικών (στην ουσία αστικών) αντιλήψεων και σχηματισμών και, όσον αφορά τη χώρα μας, του ΠΑΣΟΚ στην περίοδο της μεταπολίτευσης.
Η κυριάρχηση στο ιδεολογικό πεδίο αστικών, μικροαστικών, ρεφορμιστικών, οπορτουνιστικών απόψεων και αντιλήψεων.
Η ανάδειξη του αντικομμουνισμού σε ισχυρό ρεύμα ακόμη και στα πλαίσια του ευρύτερου αριστερού χώρου.
Η υποταγή στον καπιταλιστικό «μονόδρομο»
Με όλα αυτά, απέναντι στην επίθεση του συστήματος δεν αντιτάσσεται πραγματική και ουσιαστική αντίσταση. Οι πρώτες εκφράσεις της επίθεσης στην εργατική τάξη εκδηλώνονται μετά την κρίση του 1973, κλιμακώνονται άγρια με την επίθεση της Θάτσερ στους βρετανούς ανθρακωρύχους (1980) και στη χώρα μας κυρίως το 1985 με την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ. Αν πάρει κανείς υπόψη του τι λέγαν τότε οι δυνάμεις της Αριστεράς και σε ποια πελάγη ελαφρότητας αρμένιζαν, μπορεί να πάρει μια ιδέα για το πώς και γιατί εξελίχθηκαν έτσι τα πράγματα. Οι διαδοχικές ήττες και οπισθοχωρήσεις φέρνουν ακόμη μεγαλύτερη απογοήτευση, οδηγούν σε παραπέρα αποσυγκρότηση, διαμορφώνουν το έδαφος για ακόμη μεγαλύτερες ήττες. Οι δυνάμεις της Αριστεράς αμέριμνες και ανεύθυνες γίνονται σημαιοφόροι της «κάθαρσης» και βουλιάζουν στον βάλτο της συγκυβέρνησης με ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
Οι καταρρεύσεις (Σ.Ε. και χωρών του ανατολικού μπλοκ) επισφραγίζουν την ολοκληρωτική ανατροπή των συσχετισμών σε αντιδραστική κατεύθυνση και σε παγκόσμια κλίμακα, την τελική ήττα. Πέραν όλων των άλλων, έχουν και μια συνέπεια κρίσιμου χαρακτήρα. Επιφέρουν καίριο χτύπημα στην έννοια της προοπτικής του κινήματος, του οράματος του σοσιαλισμού.
Η απογοήτευση αναδείχνεται σε καθολικό φαινόμενο και σε δραματικά επίπεδα.
Ο θριαμβεύων καπιταλισμός εμφανίζεται, πλέον, ως μονόδρομος, όχι μόνο στην αστική προπαγάνδα, αλλά και στις αντιλήψεις και την πολιτική των αριστερών κομμάτων. Ακόμη χειρότερα, μέσα στο γενικό κλίμα της απογοήτευσης εμποτίζονται με τέτοιου είδους αντιλήψεις και οι λαϊκές μάζες. Η επίθεση ενάντια σε εργατική τάξη και λαούς κλιμακώνεται ασυγκράτητα, ενώ οι αντιστάσεις φθίνουν. Η ταξική πάλη που συνεχίζεται ηρωικά σε διάφορες περιοχές του κόσμου, ακόμα και με την μορφή του ένοπλου αγώνα, οι περιοδικές εξάρσεις (κυρίως της νεολαίας) δεν αναιρούν την καθολικότητα του φαινομένου, δεν μπορούν να αναστρέψουν την αρνητική ροή των πραγμάτων. Οσο για τις δυνάμεις της Αριστεράς συνεχίζουν να μην μπορούν και κυρίως να μη θέλουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που αναδείχνονται με βάση αυτές τις εξελίξεις. Αν μια τέτοια ανεπάρκεια (και είναι επιεικής ο χαρακτηρισμός) αφορούσε το παρελθόν και μόνο, το πράγμα θα είχε τη δική του σημασία. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι ούτε μπορούν και κυρίως δε θέλουν να διδαχτούν από τα τόσα μαθήματα που μας έχει δώσει όλα αυτά τα χρόνια η ιστορία και η πορεία της ταξικής πάλης.
Χωρίς αυταπάτες και ωραιοποιήσεις
Με βάση, λοιπόν, όλα αυτά, δεν υπάρχει κανένα μυστήριο στην έλλειψη εμπιστοσύνης των εργαζόμενων λαϊκών μαζών σ’ αυτές τις δυνάμεις.
Για το ότι, μετά από δεκαετίες επιβολής της αδρανοποίησης των εργαζομένων, δεν μπορούν να περάσουν με μιας στη φάση της μαζικής κινητοποίησης.
Για το ότι, μετά από δεκαετίες παροπλισμού των εργατικών συνδικάτων, δεν μπορούν να περάσουν στο στάδιο της πλήρους ενεργοποίησής τους.
Για το ότι, μετά από τον διαρκή και επίμονο προσανατολισμό του κόσμου στον κοινοβουλευτικό δρόμο, δεν μπορεί να κάνει άμεσα το άλμα στο πεδίο της μαχητικής ταξικής αντιπαράθεσης.
Για το ότι, μετά από μια απειρία «προτάσεων» που αποπροσανατόλιζαν και αδρανοποιούσαν τον κόσμο, δεν είναι εύκολο να ξαναβρεί τον δρόμο της πάλης.
Για το ότι, μετά από μια πορεία αποδιοργάνωσης, αποσυγκρότησης που διάρκεσε μια ολάκερη ιστορική περίοδο, δυσκολεύεται να βρει το νήμα της συλλογικότητας, της οργανωτικότητας.
Για το ότι, μέσα από μια διαδικασία -στην ίδια περίοδο- ιδεολογικού, πολιτικού αφοπλισμού, χρειάζεται «χρόνο» και, κυρίως, τη διαμόρφωση άλλων όρων για την πλήρη και ουσιαστική πολιτικοποίησή του.
Για το ότι, μετά από μια ατέλειωτη σειρά ηττών που τον βύθισαν στην απογοήτευση, δεν μπορεί έτσι εύκολα κι απλά να διακρίνει και να συναντήσει τα στοιχεία και τις νότες της αισιοδοξίας.
Για το ότι εξακολουθεί -και απόλυτα δικαιολογημένα- να δυσπιστεί απέναντι σ’ αυτές τις πολιτικές δυνάμεις, να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να βασίζεται σε δυνάμεις που επί δεκαετίες αυτό που αποδείκνυαν ήταν η ανεπάρκεια και ο καιροσκοπισμός τους.
Πολύ περισσότερο, που ακόμη και σήμερα, μετά τη δραματική τροπή που έχουν πάρει οι εξελίξεις, τον καταιγισμό των επιθέσεων ενάντια στον λαό, οι δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά συνεχίζουν να βρίσκονται «κάπου αλλού».
Εμείς, πάντως, δεν εκπλησσόμαστε καθόλου. Επειδή όλα αυτά τα χρόνια και με τις όποιες μικρές μας δυνάμεις, για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που έθεταν οι εξελίξεις βρίσκαμε συνεχώς μπροστά μας τις ολέθριες συνέπειες της πολιτικής αυτών των δυνάμεων. Τις αρνητικές επιδράσεις των αντιλήψεων και απόψεων που προωθούσαν. Τα εμπόδια που συνέχιζαν να παρεμβάλλουν στον προσανατολισμό του κινήματος στην κατεύθυνση της αντίστασης στην επίθεση, της μαχητικής αντιπαράθεσης με το σύστημα. Της οργάνωσης της Κοινής Δράσης των εργαζόμενων και της νεολαίας.
Το μόνο που θα θέλαμε να προσθέσουμε σε σχέση με τα προηγούμενα είναι πως όσοι κινούνται πολιτικά προσπερνώντας και αγνοώντας αυτά τα δεδομένα και παρακάμπτοντας το πόσο σοβαρές, επίμονες και διαρκείς προσπάθειες και αγώνας απαιτούνται για το ξεπέρασμά τους, είτε είναι συνειδητοί οπορτουνιστές είτε ζουν, απλώς, στον κόσμο τους.
Η απάντηση στη συγκρότηση των λαϊκών δυνάμεων
Οσο μας αφορά έχουμε την άποψη πως η κατάσταση όπως διαμορφώνεται και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι λαϊκές μάζες μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο σε βάση πάλης και μόνο από τις λαϊκές δυνάμεις. Υπό έναν πάντα όρο: Της συγκρότησης μέσα στην πάλη, σε όλο και υψηλότερο επίπεδο, ώστε να γίνονται ικανές να αντιπαρατίθενται αποτελεσματικά με τις δυνάμεις του συστήματος και σε μια πορεία μέχρι και το πεδίο της συνολικής αναμέτρησης.
Μια τέτοια κατεύθυνση προϋποθέτει ορισμένα πράγματα: Πρώτο, συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Την ουσιαστική κατανόηση της φύσης του συστήματος και της πολιτικής που προωθεί. Το ξεκαθάρισμα, απέναντι σε κάθε είδους αυταπάτες, ότι η επίθεση ενάντια στις εργαζόμενες λαϊκές μάζες δεν είναι ένα προσωρινό φαινόμενο. Αντίθετα, αποτελεί μια πολιτική που θα χαρακτηρίζει την πορεία των πραγμάτων για ολάκερη την επόμενη περίοδο και δεν πρόκειται να αναστραφεί αν δεν ανατραπεί από την πάλη του λαού στα επίπεδα και με την ένταση που απαιτείται.
Δεύτερο, να κατανοήσουμε και να «αποδεχτούμε» ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αρνητικούς όρους και δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί στη διάρκεια μισού και πλέον αιώνα. Αυτό δεν ισχύει μόνο σε αναφορά με τους συνολικούς ταξικούς πολιτικούς συσχετισμούς, πράγμα που είναι, άλλωστε, ολοφάνερο.
Αφορά το σύνολο των όρων, στοιχείων και δεδομένων που συγκροτούν το κίνημα και, ως έναν βαθμό, αναφέρθηκαν προηγούμενα. Θεωρητικές προσεγγίσεις, ιδεολογικές αντιλήψεις, πολιτικές απόψεις, επίπεδα αποσυγκρότησης και αποδιοργάνωσης, καταστάσεις απογοήτευσης κ.λπ. Ακόμη, το γεγονός ότι όλα αυτά τα αρνητικά έχουν αποκρυσταλλωθεί σε στοιχεία πολιτικών σχηματισμών (της Αριστεράς) που στηρίζουν την ύπαρξη και την πολιτική τους σ’ αυτά και, συνακόλουθα, τα στηρίζουν και τα αναπαράγουν.
Στην κατεύθυνση ανασύστασης-ανασυγκρότησης του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος
Οταν, λοιπόν, από τη μεριά μας προτάσσουμε την αναγκαιότητα και κατεύθυνση «ανασύστασης», είναι επειδή θεωρούμε ότι πρέπει να παλέψουμε για να πάρουν ξανά το πιο ουσιαστικό εργατικό, λαϊκό, αριστερό νόημα και περιεχόμενο, να ανασυσταθούν σε μια τέτοια βάση όλα τα στοιχεία ύπαρξης, κίνησης και συγκρότησης του κινήματος.
Οταν μιλάμε για αναγκαιότητα της «εκ νέου» συγκρότησης της εργατικής τάξης σε «τάξη για τον εαυτό της», είναι επειδή έχουμε καθαρό ότι χωρίς τη συγκρότηση της δύναμης που αποτελεί τον κορμό ισχύος της λαϊκής πάλης, δεν μπορεί αυτή να ανυψωθεί στα επίπεδα που απαιτούνται. Θα περιορίζεται σε μάχες περιορισμένης αποτελεσματικότητας και σημασίας. Φυσικά και αυτές χρειάζονται, μόνο που θα παίρνουν τόσο μεγαλύτερη σημασία, όσο συνδέονται και ενισχύουν μια τέτοια κατεύθυνση.
Για τη σημασία του πράγματος, αλλά και για λόγους οικονομίας αυτού του κειμένου, θα αναφερθούμε εδώ σε ένα και μόνο: Αν ανατρέξει κανείς στην ιστορία της ταξικής πάλης από τον 19ο αιώνα μέχρι τα σήμερα, θα διαπιστώσει ότι οι φάσεις ανόδου ή καθόδου του κινήματος, νικών ή ηττών των λαών, συναρτώνται, σε απόλυτο σχεδόν βαθμό, με το κάθε φορά επίπεδο συγκρότησης της εργατικής τάξης.
Οταν αναφερόμαστε στην αναγκαιότητα ανασύστασης-ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος, είναι επειδή θεωρούμε ότι σε διαλεκτική συνάρτηση με τη συγκρότηση της εργατικής τάξης συστήνεται η αποφασιστική δύναμη αναμέτρησης με το σύστημα. Οχι μόνο επειδή αυτό έχει καταδείξει η μέχρι τα τώρα πορεία της ταξικής πάλης, αλλά και επειδή στα στοιχεία που το χαρακτηρίζουν βρίσκονται οι βασικές απαντήσεις για τα προβλήματα του σήμερα. Οποιες άλλες προτάσεις και κατευθύνσεις έχουν εμφανισθεί δεν είναι απλά και μόνο ανεπαρκείς. Δείχνουν σαν να μην θέλουν καν να επωμιστούν τις ευθύνες που αναδείχνουν οι σημερινές απαιτήσεις της ταξικής πάλης. Βεβαίως, και όπως κριτικάρεται (ή και συκοφαντείται) από πολλούς, το κομμουνιστικό κίνημα βαρύνεται με ανεπάρκειες, λάθη και αδυναμίες. Εμείς δεν θα το αρνηθούμε καθόλου. Αλλωστε, μια από τις βασικές μας προτεραιότητες είναι να δούμε αυτές τις ανεπάρκειες, θεωρώντας ότι αυτό αποτελεί όρο της ανασύστασης-ανασυγκρότησής του.
Σε σχέση, μάλιστα, με τα όσα αναφέρονται, μπαίνουμε και στον «πειρασμό» να υπερθεματίσουμε. Να πούμε ότι έκανε τα μεγαλύτερα, τα πιο σοβαρά και με τις μεγαλύτερες συνέπειες λάθη από οποιαδήποτε άλλη πρόταση. Ακριβώς επειδή τα λάθη που διαπράχθηκαν σε μια κίνηση που μετακίνησε βουνά, που ανέτρεψε δεδομένα αιώνων, που συγκλόνισε τον κόσμο και πανικόβαλλε το σύστημα είχαν όντως μεγαλύτερο μέγεθος από λάθη προτάσεων δωματίου.
Μια κατεύθυνση πάλης
Την κατεύθυνση αυτή εμείς τη βλέπουμε να υλοποιείται σαν διαδικασία πάλης και μέσα στην ταξική πάλη, όπως αυτή διεξάγεται στους καιρούς μας.
Οταν προτάσσουμε την αναγκαιότητα ανάπτυξης της Αντίστασης στην επίθεση και προωθούμε την κατεύθυνση της Κοινής Δράσης και με στόχο την οικοδόμηση ενός ευρύτερου Μετώπου Αντίστασης και Πάλης, αυτό συνδέεται, κατ’ αρχάς, με την αναγκαιότητα αντιμετώπισης των άμεσων και σοβαρών προβλημάτων των εργαζόμενων λαϊκών μαζών. Ταυτόχρονα την αντιλαμβανόμαστε και ως αποφασιστικό πεδίο όπου διαμορφώνονται και παίρνουν πραγματική υπόσταση οι όροι και οι προϋποθέσεις ανασύστασης-ανασυγκρότησης του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος και στη βάση των απαιτήσεων της εποχής μας. Αλλά για το ζήτημα αυτό θα αναφερθούμε περισσότερο και στη συνέχεια αυτού του κειμένου.
Κινούμαστε σε πλήρη επίγνωση, τόσο των αντικειμενικών δεδομένων, όσο και των υποκειμενικών όρων. Το μέγεθος των προβλημάτων και των δυσκολιών που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, που αν τις παραβάλλουμε με το επίπεδο δυνατοτήτων που έχουμε αναπτύξει φαντάζουν αξεπέραστες. Με βάση αυτό, και απέναντι στο ερώτημα του αν μπορούμε να τις αντιμετωπίσουμε, έχουμε δώσει κιόλας την απάντησή μας. Δεν μπορούμε να μην τις αντιμετωπίσουμε.
Ταυτόχρονα, γνωρίζουμε και κάποια άλλα πράγματα. Οτι οι κινητήριες δυνάμεις της αναστροφής της πορείας των πραγμάτων βρίσκονται μέσα στο ίδιο το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα που κυριαρχεί σήμερα. Οτι το σύστημα δεν μπορεί να απαλλαγεί από τις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν την ύπαρξη και τη λειτουργία του και οξύνονται ολοένα και περισσότερο. Από τη δημιουργία όλο και μεγαλύτερων προβλημάτων για τις εργαζόμενες λαϊκές μάζες, όλο και πιο οξυμένων και σε όλο και ευρύτερη κλίμακα.
Δεν μπορεί να αναστείλει, αντίθετα «υποκινεί» τις διεργασίες που ήδη συντελούνται στα πλαίσια των λαϊκών μαζών.
Δεν μπορεί να ελέγξει, αντίθετα προκαλεί τις διαδικασίες αφύπνισης.
Δεν μπορεί να καταπνίξει τις διαθέσεις που αναπτύσσονται, αντίθετα πυροδοτεί τα ηφαίστεια οργής που μέλλεται να εκραγούν.
Γνωρίζουμε, ακόμη, ότι αυτές οι διεργασίες, αυτή η πορεία ανασύστασης-ανασυγκρότησης του κινήματος έχει κιόλας ξεκινήσει και εξελίσσεται μέσα στους πολύμορφους λαϊκούς, ταξικούς, επαναστατικούς αγώνες που αναπτύσσονται σε κάθε περιοχή του πλανήτη.
Δεν είμαστε μόνοι. Είμαστε τμήμα αυτής της μεγάλης πορείας που έχει κιόλας ξεκινήσει.
Βασίλης Σαμαράς
Συζήτηση
Διαβάστε επίσης:

Ουκρανία: Γκάλοπ
Διπλάσιο, λέει, το ποσοστό των ρώσων πολιτών που βλέπουν με αισιοδοξία το μέλλον μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Ηταν το αποτέλεσμα δημοσκόπησης που διενεργήθηκε σε δείγμα 1500 ατόμων που έδωσε αυτό το ποσοστό (49%) σε σχέση με το 25% που είχαν παρόμοια άποψη τον περασμένο Δεκέμβριο.
Το κοίταγα και το ξανακοίταγα και προσπαθούσα να καταλάβω πού διάολο κάνω λάθος αναμένοντας
Διαβάστε περισότερα

Πόλεμος στην Ουκρανία: Κλιμάκωση χωρίς όρια
Αποφασίστηκε τελικά να δοθούν από τις ΗΠΑ τα 61 δις ενίσχυσης του Κιέβου. Αυτά προστίθενται στα άλλα τόσα, και ίσως και περισσότερα, που ήδη διοχετεύονται προς την ίδια κατεύθυνση από την μεριά ευρωπαϊκών χωρών. Εκατομμύρια που μέλλεται να μεταφραστούν σε οπλικά συστήματα έως και F16.
Μια εξέλιξη που ήρθε να διαψεύσει τα διάφορα ανυπόστατα που διατυπώνονταν από διάφορες πλευρές. Όπως
Διαβάστε περισότερα

Εκλεκτικές «ευαισθησίες»
Για το ζήτημα του Θιβέτ, ήδη στο προηγούμενο φύλλο αυτής της εφημερίδας δημοσιεύτηκε ένα κείμενο που καλύπτει πλήρως τον γράφοντα. Ως εκ τούτου, δεν θα χρειαζόταν να ειπωθούν περισσότερα πράγματα ως προς την ουσία του ζητήματος.
Για το καθεστώς της μετα-κομμουνιστικής και μετα-μαοϊκής Κίνας (και όχι «κομμουνιστικής» ή «μαοϊκής»), δηλαδή την Κίνα του παλινορθωμένου καπιταλισμού, έχουμε
Διαβάστε περισότερα

Η Αριστερά του 21ου αιώνα. Η επαναστατική και σοσιαλιστική προοπτική
Κατά την άποψή μας η Αριστερά του 21ου αιώνα θα ‘ναι αυτή που θα …γεννήσει και θα διαμορφώσει ο 21ος αιώνας.
Στη βάση των κοινωνικών, ταξικών και πολιτικών αντιθέσεων που θα τον χαρακτηρίσουν.
Των κοινωνικών δυνάμεων που θα αντιπαρατεθούν στη βάση αυτών των αντιθέσεων.
Των μετώπων που θα διαμορφωθούν στη βάση αυτών των αντιθέσεων
Διαβάστε περισότερα

Αντιπολεμικό Αντιιμπεριαλιστικό Μέτωπο πάλης. Πολιτικές οι αιτίες των προβλημάτων συγκρότησης
Κατά γενική παραδοχή βιώνουμε μια σημαντική, μια κρίσιμη περίοδο. Κάποιοι μιλούν για την «μετά τις 11 Σεπτέμβρη εποχή». Οπως και να ‘χει, το ζήτημα είναι ότι βιώνουμε την κλιμάκωση της επιθετικότητας των ΗΠΑ που σέρνει το χορό της επίθεσης των ιμπεριαλιστών και του συστήματος γενικότερα ενάντια στους λαούς. Τα δεινά μιας τέτοιας εξέλιξης ήδη τα βιώνουμε, περισσότερα είναι αυτά που
Διαβάστε περισότερα

Μετέωρα βήματα προ της Αβύσσου
Σε όλο και πιο επικίνδυνους δρόμους εξελίσσεται η σύγκρουση στην Ουκρανία. Αυτό που όλο και πιο καθαρά διαφαίνεται είναι πως δεν πρόκειται απλά για μια σύγκρουση ανάμεσα σε Ρωσία και Ουκρανία αλλά ανάμεσα σε Ρωσία και δυνάμεις του ΝΑΤΟ. Σε κείμενό μου που πρόσφατα κυκλοφόρησε σε μπροσούρα («Ο πόλεμος δεν ξεκίνησε χθες, δεν θα τελειώσει αύριο») έγραφα: «Διαγράφεται συνεπώς η