Ο πόλεμος στο Ιράκ Και τα προβλήματα της αντιπολεμικής πάλης
Σαν πρόλογος
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει -όχι μόνο ο λαός του Ιράκ- αλλά όλοι οι λαοί της περιοχής και συνολικά όλος ο κόσμος, δεν είναι απλά γνωστό, αλλά ήδη κινεί όλο και περισσότερους ανθρώπους.
Η όλο και πιο ενεργητική και μαζική εναντίωση στον πόλεμο που προωθούν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είναι ό,τι πιο ελπιδοφόρο έχει αναδειχτεί τα τελευταία χρόνια.
Σ’ αυτή την κίνηση υπάρχουν βεβαίως και προβλήματα. Πάσης φύσεως. Διεθνώς και Ελλαδικά. Ενα απ’ αυτά και όπως το βιώνουμε στη χώρα μας είναι των χωριστών συγκεντρώσεων-πορειών, η εικόνα της διάσπασης που εμφανίζει το αντιπολεμικό κίνημα. Μια εικόνα που αποθαρρύνει έναν κόσμο, που δεν συμβάλλει -το αντίθετο- στην μεγαλύτερη και πιο μαζική συμμετοχή, που ορθώνει φραγμούς σε πολλούς ανθρώπους που θα ‘θελαν να εκδηλώσουν τα αντιπολεμικά τους αισθήματα.
Οι αρνητικές συνέπειες μιας τέτοιας κατάστασης είναι ολοφάνερες. Το θέμα είναι αν πρέπει, αν μπορεί και με ποιο τρόπο να πορευτούμε διαφορετικά.
Οι αναδρομές στην Ιστορία και οι «παραλήψεις» τους
Παρατηρώντας την εγχώρια διαμάχη βλέπουμε ανάμεσα στα επιχειρήματα που παραθέτει η κάθε πλευρά και κάποιες αναδρομές στην Ιστορία.
Βλέπουμε έτσι τους μεν να ανακαλούν την εμπειρία του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και θα «θυμίζουν» στους «άλλους» έως και το Στάλιν!
Η άλλη πλευρά αντιπαραθέτει την εμπειρία του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και επιστρατεύει με τη σειρά της το …Λένιν!
Εχουμε την άποψη πως αν μπορούσαν να μιλήσουν ο Λένιν και ο Στάλιν θα ‘χαν πάρα πολλά πράγματα να «θυμίσουν» και στους δυο.
Αλλά κι εμείς θα ‘χαμε πολλά να σχολιάσουμε γι’ αυτήν την επιλεκτικότητα «μνήμης». Λέμε όμως να τα παρακάμψουμε όλα αυτά για να μείνουμε στο ουσιώδες. Σ’ αυτό που από σκοπιμότητα ή σύγχυση ή και τα δύο παραλείπεται. (Και υπάρχει πολλή σκοπιμότητα και ακόμα περισσότερη «σύγχυση».)
Καλή λοιπόν η μελέτη της Ιστορίας, χρήσιμη η μελέτη των αναλογιών που εμφανίζουν πολλές φορές οι καταστάσεις. Αλλά αυτό που θα τους έλεγαν (και στους δύο) τόσο ο Λένιν όσο και ο Στάλιν είναι πως τίποτα δεν επαναλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο. Πως η ζωή, η πάλη, τα προβλήματα έχουν την «ιδιοτροπία» να εμφανίζονται πάντα με πρωτότυπο τρόπο. Γι’ αυτό και εκείνο που έχει πάντα τη μεγαλύτερη, την κρίσιμη σημασία είναι η συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Ας αποπειραθούμε λοιπόν να δούμε πώς έχει αυτή η συγκεκριμένη κατάσταση και σε όσο πιο αδρές γραμμές μπορούμε.
Μέρος Α’ Για τις δυνάμεις του συστήματος
Ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις και συσχετισμοί
Ολοφάνερος ο στόχος των ΗΠΑ και ορατός πλέον από τον καθένα η παγκόσμια κυριαρχία. Από τη μεριά τους οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές και η Ιαπωνία αντιτιθέμενοι στο προηγούμενο διεκδικούν ανακατανομή (προς όφελός τους) ρόλων και αρμοδιοτήτων στα πλαίσια του Δυτικού μπλοκ. Από την άλλη μεριά Ρωσία, Κίνα (κ.ά.) αυτό που επιθυμούν είναι ένας συνολικός επαναπροσδιορισμός στα πλαίσια του όλου πλέγματος ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας. Πρόκειται για ολοφάνερα αντιτιθέμενες επιδιώξεις. Προφανής και η αδυναμία εξεύρεσης «ομαλού» τρόπου και «δίκαιης» διανομής ανάμεσά τους ρόλων και μεριδίων. Δεν ήταν άλλωστε ποτέ απλή υπόθεση η μοιρασιά του κόσμου ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές.
Μήτρα μιας τέτοιας σχέσης πραγμάτων, η ακόρεστη δίψα του κεφαλαίου για κέρδη. Κινούσα δύναμη η ακατάσχετη ροπή του ιμπεριαλισμού για επέκταση της κυριαρχίας του. Από κει και πέρα το εύρος στόχευσης της κάθε δύναμης αποτελεί συνάρτηση ισχύος, συνολικού συσχετισμού, συμμαχιών αλλά και δύναμης αντίδρασης του κινήματος των λαών.
Σε πρώτο πλάνο οι ΗΠΑ και οι επιδιώξεις τους για παγκόσμια κυριαρχία. Ενας στόχος που η γέννησή του σημαδεύτηκε από την πετυχημένη δοκιμή της ατομικής βόμβας στο Αλαμογκόρντο το 1945. Και την ακόμα πιο «πετυχημένη» λίγο μετά στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Που συνόδευσε την πορεία και την πολιτική των ΗΠΑ όλα τα επόμενα χρόνια και που με τις ανατροπές του ’89-’91 τέθηκε σαν ζήτημα ημερήσιας διάταξης μια και οι ΗΠΑ είδαν σ’ αυτές την «ιστορική ευκαιρία» για την υλοποίησή του. Από κοντά οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές. Σύμμαχοι των ΗΠΑ στη νίκη τους στον «ψυχρό» πόλεμο. Που διεκδικούν αυτό που τους αρνούνται οι ΗΠΑ. Την ισότιμη (ή «περίπου») συμμετοχή τους στη διανομή των τροπαίων αυτής της νίκης.
Και από την άλλη Ρωσία, Κίνα. Που νικήθηκαν (βασικά η Ρωσία) σ’ αυτόν τον πόλεμο. Μόνο που πρόκειται για ήττα σε «ψυχρό» και όχι σ’ έναν θερμό πόλεμο που θα τις έβγαζε εντελώς έξω από το παιχνίδι.
Με αυτούς τους όρους καμιά δύναμη δεν είναι διατεθειμένη να βγει έξω από αυτό ή να απαλλοτριώσει τους στόχους και τις επιδιώξεις της. Αλλά και καμία δεν μπορεί έτσι εύκολα και απλά να πετάξει έξω κάποιες άλλες. Το ζήτημα παραμένει ανοιχτό.
Οσον αφορά το πεδίο των συσχετισμών ανάμεσά τους. Ολοφάνερη η υπεροχή των ΗΠΑ. Απέναντι στον καθένα ξεχωριστά και σ’ όλα τα πεδία. (Με μόνο ερώτημα το συσχετισμό στο πυρηνικό πεδίο απέναντι στη Ρωσία.) Υπαρκτή και αυτή η υπεροχή και απέναντι σε όλους, ενόσω η κάθε δύναμη λειτουργεί ξεχωριστά. Οχι όμως αν τους υπολογίσουμε σαν ενιαίο σύνολο. Αυτές οι σχέσεις εμφανίζουν ένα ταμπλό που δίνει την πρωτοβουλία κινήσεων στις ΗΠΑ, τη δυνατότητα εκβιασμών και επιβολής «λύσεων» σε κρίσεις που εμφανίζονται ή και «δημιουργούνται». Οχι όμως και τη σταθεροποίηση αυτών των λύσεων και οπωσδήποτε όχι την επίτευξη του τελικού στόχου. Στην πραγματικότητα και σε αναφορά με το στόχο της κυριαρχίας υπάρχει αναντιστοιχία επιδιωκόμενου σκοπού και διαθέσιμων μέσων για την επίτευξή του.
Αυτή η σχέση πραγμάτων θέτει σε πρώτο πλάνο το ζήτημα των συμμαχιών στρατηγικού χαρακτήρα. Εδώ τα κρίσιμα ζητήματα σήμερα, συνδέονται με την ύπαρξη και το ρόλο της Ευρωατλαντικής Συμμαχίας. Της πιο ισχυρής (και ουσιαστικά της μοναδικά υπαρκτής), αυτής που νίκησε στον «ψυχρό» πόλεμο και έχει επιβάλλει τους όρους της εδώ και περίπου μια δεκαπενταετία. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα μπορούσε να επιβάλλει την απόλυτη κυριαρχία της χωρίς μια «τελική» αναμέτρηση με την ανατολή. Οπωσδήποτε –και είναι αυτό που τίθεται πλέον σαν θέμα- η ύπαρξη ή η διάλυσή της θα έχει καθοριστικό έως καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις σ’ αυτό το πεδίο και γενικότερα.
Για το αν λ.χ. θα συγκροτηθεί η στρατηγική συμμαχία Ρωσίας, Κίνας που κάθε τόσο αναγγέλλεται αλλά όλο και «αναβάλλεται».
Για το αν θα ολοκληρωθεί σε πλήρη και αυτόνομη στρατηγική συμμαχία η ΕΕ (ή τμήμα της).
Για το αν θα περάσει (με ολοκληρωμένη και μόνιμο τρόπο) σε πρώτο πλάνο ο Αγγλοσαξονικός άξονας.
Για το αν τελικά περάσουμε σε φάση συνολικής αναδιάταξης δυνάμεως και στρατηγικών συμμαχιών. Από την άποψη αυτή αποκτάει κρίσιμο χαρακτήρα η διάσταση ανάμεσα σε ΗΠΑ από τη μια και Γαλλία-Γερμανία από την άλλη.
Μια ιδιαίτερη διάσταση του προηγούμενου ζητήματος συνδέεται με κάποιες σχέσεις που διαμορφώνονται στο ιμπεριαλιστικό ταμπλό και που γίνονται όλο και πιο ευδιάκριτες. Αναφερόμαστε βασικά στην ιδιότυπη άτυπη και «συμπληρωματική» σχέση ανάμεσα στις ισχυρές οικονομικά αλλά αδύναμες στρατιωτικά ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και την προβληματική οικονομικά αλλά πυρηνική Ρωσία. (Και γύρω από αυτό το σχήμα κάποιες άλλες δυνάμεις.) Ενα άτυπο αλλά υπαρκτό «μέτωπο» απέναντι στις κοσμοκρατορικές επιδιώξεις των ΗΠΑ. Μια σχέση που άρχισε να παίρνει πιο συγκεκριμένη μορφή στο διπλωματικό πεδίο με τη στάση που κρατάν σε σχέση με τον πόλεμο στο Ιράκ οι Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Κίνα. Αυτήν ακριβώς τη σχέση, αυτή την ιδιότυπη «ισορροπία» επιχειρούν να σπάσουν οι ΗΠΑ κινούμενες επιθετικά.
Επιθετικότητα των ΗΠΑ και πιθανές «παρενέργειες»
Η επιθετικότητα των ΗΠΑ (ασυγκράτητη μετά τις 11 Σεπτέμβρη του 2001) αποτελεί καταρχήν την απόλυτη συνάρτηση του στόχου της κυριαρχίας. Ποτέ στην ιστορία ο στόχος της κυριαρχίας δεν επιβλήθηκε χωρίς τη συντριβή των αντιτιθέμενων κέντρων ισχύος, χωρίς την «καταστροφή της Καρχηδόνας». Αυτή είναι η βάση και η αφετηρία της επιθετικότητας που έχουν επιδείξει από το 1991 μέχρι τις μέρες μας. Πέρα ωστόσο κι απ’ αυτό και με βάση τους πραγματικούς συσχετισμούς, αποτελεί για τις ΗΠΑ και τον «υποχρεωτικό» άξονα κίνησης. Ας εξηγηθούμε λίγο περισσότερο.
Οι ΗΠΑ κινούμενες επιθετικά «μεταφέρουν» κάθε τόσο το επίκεντρο της αντιπαράθεσης στο -προνομιακό για τις ίδιες- πεδίο της έντασης και των στρατιωτικών όρων. Προωθούν έτσι τους στόχους τους και κατακτούν θέσεις. Εξαναγκάζουν τους άλλους ιμπεριαλιστές να συρθούν στην τροχιά τους και επιβάλλουν τους όρους τους. Συνολικά εκβιάζουν τη διαμόρφωση σχέσεων και συσχετισμών προς όφελός τους. Γι’ αυτό δε σταματούν, γι’ αυτό βαδίζουν από πόλεμο σε πόλεμο, γι’ αυτό δεν πρόκειται να σταματήσουν. Το να επέλεγαν άλλη γραμμή κίνησης θα σήμαινε ότι παραιτούνται από το στόχο της κυριαρχίας. Και αυτό δεν πρόκειται να το κάνουν με τη θέλησή τους παρά μόνο αν εξαναγκαστούν από τη διαμόρφωση άλλων όρων και συσχετισμών.
Ενας ακόμη στόχος αυτού του τρόπου επιθετικής κίνησης είναι η αποτροπή (έως και με την απειλή πληγμάτων) αντισυσπειρώσεων και συγκρότησης άλλων συμμαχιών. Μόνο που (οι αντιφάσεις των πραγμάτων) είναι αυτή ακριβώς η ασυγκράτητη επιθετικότητα που ωθεί σε αντισυσπειρώσεις και ενισχύει τάσεις αναζήτησης άλλων στρατηγικών συμμαχιών. Οσο περισσότερο οδηγούνται τα πράγματα στα «όριά» τους, όσο περισσότερο οι άλλοι ιμπεριαλιστές νοιώθουν να «κολλάνε στον τοίχο» τόσο και στενεύουν τα περιθώρια των παραπέρα υποχωρήσεών τους. Μέχρι τα σήμερα αυτές οι δυνάμεις κινήθηκαν είτε σε βάση συνεργασίας με τις ΗΠΑ (βασικά οι Δυτικοί) και με προσδοκίες ωφελημάτων, είτε ανοχής και τακτικών υποχωρήσεων (από όλους). Μια πολιτική «κατευνασμού» με στόχο να αποφύγουν τα «χειρότερα» αλλά και ευελπιστώντας στη διαμόρφωση καλύτερων όρων στο μέλλον. Το θέμα είναι ότι αυτή η «μετάθεση» του προβλήματος απλώς αποθράσυνε τις ΗΠΑ. Ετσι σήμερα, και κατά τα παράδοξα που σκαρώνει πολλές φορές η ζωή, η πολιτική των ΗΠΑ τείνει να πυροδοτήσει αυτό ακριβώς που με κάθε τρόπο θα ‘θελαν να αποφύγουν. Μια ευρεία αντισυσπείρωση.
Υπό αυτούς τους όρους η κρίση με το Ιράκ μοιάζει να συγκεντρώνει έτσι όλα τα στοιχεία του προβλήματος, τις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και τις διαφορετικές στοχεύσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Να συνυπολογίσουμε εδώ και την παρεμβολή του λαϊκού παράγοντα που όλο και πιο μαζικά και ενεργητικά εκδηλώνει την αντίθεσή του στον πόλεμο, και στην οποία θα αναφερθούμε ξεχωριστά παρακάτω.
Ηδη στο διπλωματικό, καταρχήν, πεδίο, και στο πλαίσιο του ΟΗΕ έχουν διαμορφωθεί δύο αντιτιθέμενες πλευρές με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους από τη μια και Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία, Κίνα και συμμάχους τους από την άλλη. Σίγουρα έχουν να γίνουν πολλά ακόμη (και απρόβλεπτα) αλλά ήδη τα συμβάντα αναδείχνουν την κρίση στο Ιράκ σε κρίσιμο πεδίο ενδοϊμπεριαλιστικής (έστω διπλωματικής καταρχήν) αντιπαράθεσης. Υπό αυτές τις συνθήκες και το ζήτημα τού αν θα γίνει ή όχι αυτός ο πόλεμος και υπό ποιους όρους (με ΟΗΕ ή όχι κλπ) προβάλλει σαν ο αποφασιστικός κρίκος συνολικά για τις μετέπειτα εξελίξεις.
Είναι αυτό πλέον που απασχολεί τα επιτελεία όλων των δυνάμεων. Το να μην προχωρήσουν λ.χ. οι ΗΠΑ θα αποτελούσε μια ήττα που δεν είναι διατεθειμένες να αποδεχτούν. Το να προχωρήσουν με πλήρη την αντίθεση όλων των άλλων εμπεριέχει βέβαια την πιθανότητα του εκφοβισμού, της διάσπασης και «συμμόρφωσής» τους, υπάρχει όμως και η εκδοχή της παραπέρα μορφοποίησης αυτής της αντισυσπείρωσης. Κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι είναι άμεσα ορατό κάτι τέτοιο αλλά τα αμερικανικά επιτελεία δεν έχουν την πολυτέλεια να αγνοούν την πιθανότητα συγκρότησης ενός μπλοκ δυνάμεων που θα περιλαμβάνει την Ευρωπαϊκή, την Ασιατική και τμήμα της Αφρικανικής ηπείρου. Χώρια που σε μια τέτοια περίπτωση θα ταρακουνιόνταν ακόμα και οι πιο πιστοί σύμμαχοι των ΗΠΑ (Βρετανία) και μπορεί να έπαιρνε φωτιά και η Λατινική Αμερική. Οσο κι αν αυτά αποτελούν μακρινά για την ώρα ενδεχόμενα, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να τα αγνοούν και είναι αυτό ακριβώς που οξύνει τις αντιθέσεις έως και στο ηγετικό τους επίπεδο.
Ανάλογης δυσκολίας και κρισιμότητας διλήμματα αντιμετωπίζουν και οι άλλες πλευρές. Το να αποδεχτούν τους όρους των ΗΠΑ σημαίνει πλήρη υποταγή και υποβάθμιση της θέσης και του ρόλου τους για πολλά χρόνια. Να αντιταχθούν; Με ποιο τρόπο και μέχρι που; Ολοι τους γνωρίζουν ότι σε μια τέτοια περίπτωση ρισκάρουν έως και μια αναμέτρηση με τις ΗΠΑ και μάλιστα χωρίς καν να έχουν συγκροτηθεί σε ενιαίο στρατηγικό σύνολο. Το να κινηθούν σε μια τέτοια κατεύθυνση το ένα ζήτημα είναι αν θα «προλάβουν» και το άλλο συνδέεται με τα ειδικότερα προβλήματα και διλήμματα της κάθε πλευράς. Οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές ρισκάρουν τη συνοχή της ΕΕ, ενώ είναι βέβαιο ότι σε μια τέτοια περίπτωση ανατινάζεται (πρόβλημα που ισχύει και για τις ΗΠΑ) όλο το παγκόσμιο σύστημα σχέσεων, συσχετισμών και ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας που έχει διαμορφωθεί εδώ και δεκαετίες και από το οποίο έχουν επωφεληθεί ιδιαίτερα οι Δυτικοί.
Από την άλλη μεριά, Ρωσία-Κίνα δεν είναι καθόλου βέβαιες (ίσα-ίσα) ότι το να έπαιρναν μια τέτοια πρωτοβουλία δεν θα οδηγούσε αυτό σε επανασυσπείρωση του πάντα επίφοβου Δυτικού μπλοκ ενώ δεν είναι και σίγουρες η κάθε μια τους για τη στάση και τη σταθερότητα της άλλης.
Θα μπορούσε βέβαια να πει κανείς (και καθόλου αβάσιμα) ότι εκτός από τις ακραίες εκδοχές υπάρχουν και οι ενδιάμεσες, οι συμβιβαστικές. Από την «έγκριση» του Συμβουλίου Ασφαλείας ή την «ανοχή» των άλλων ιμπεριαλιστών μέχρι την απομάκρυνση του Σαντάμ κλπ. Αλλά και ο κάθε συμβιβασμός έχει το χρώμα και την απόκλισή του. Θεωρούμε λοιπόν, ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα έχουμε μια μετάθεση του προβλήματος στη βάση ενός συμβιβασμού που θα αποκλίνει προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Οπωσδήποτε αυτό που δεν μπορούμε να δούμε είναι μια συνολική και οριστική διευθέτηση. Και φυσικά υπό αυτούς τους όρους κάθε πρόβλεψη δεν είναι απλά παρακινδυνευμένη. Είναι λάθος. Εχουμε την άποψη ότι οι όποιες απαντήσεις θα δοθούν «εν κινήσει» και στην πράξη και το ποιες θα είναι αυτές δεν το γνωρίζει από τώρα κανείς μήτε καν εκείνοι που τελικά θα τις …δώσουν.
Το δικό μας ζήτημα
Προτιμούμε λοιπόν να θέσουμε το ερώτημα διαφορετικά και από την σκοπιά που αφορά τους λαούς και τα συμφέροντά τους, το κίνημα και τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει.
Η κατάσταση όπως διαμορφώνεται στο ιμπεριαλιστικό ταμπλό μοιάζει να εμφανίζει δύο βασικές εκδοχές. (και με έστω ένα παράθυρο πιθανού συμβιβασμού).
- Υπερίσχυση των ΗΠΑ, επιβολή των όρων τους, ευθυγράμμιση, συμμόρφωση, υποταγή και αποδοχή υποδεέστερων ρόλων από τους άλλους ιμπεριαλιστές. Πρόκειται σίγουρα για απόλυτα αρνητική εκδοχή για τους λαούς, καθώς σημαίνει πλήρη κυριαρχία του ιμπεριαλιστικού-καπιταλιστικού συστήματος και βέβαια με αδιαφιλονίκητο ηγεμόνα και «οδηγό» την πιο αντιδραστική δύναμη σήμερα στον κόσμο, τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ.
- Διαμόρφωση δύο αντίπαλων ιμπεριαλιστικών μπλοκ (με ποιες συνθέσεις θα δούμε). Πρόκειται μάλιστα για εκδοχή που κάποιοι την «εύχονται» και την υποστηρίζουν και «από τα αριστερά» σαν «αντίπαλο δέος» στην παντοδυναμία των ΗΠΑ. Τη θεωρούμε εξίσου αρνητική εκδοχή. Βασικό στοιχείο και σ’ αυτήν, η ενίσχυση της κυριαρχίας του συστήματος και μάλιστα με ενίσχυση των τάσεων υποταγής και «στοίχισης» των μαζών πίσω από κάθε πλευρά. Ακόμη περισσότερο. Μεγαλώνουν οι κίνδυνοι ακόμη και μιας γενικευμένης αναμέτρησης.
Αδιέξοδο λοιπόν; Φαινομενικά έτσι είναι. Μόνο που η βασική αιτία, που φαίνονται (και σ’ ένα βαθμό διαμορφώνονται έτσι) τα πράγματα, δε βρίσκεται τόσο στα δεδομένα που υπάρχουν όσο -και κύρια- σ’ αυτό που «απουσιάζει»! Στον «τρίτο παίκτη» και φορέα της τρίτης εκδοχής. Στο Λαϊκό Κίνημα.
Η ήττα του, η οπισθοχώρησή του, εδώ και δεκαετίες, η ολοκλήρωση της ανατροπής του παγκόσμιου συσχετισμού σε βάρος των λαών το ’89-’91 ήταν που διαμόρφωσε τους όρους των σημερινών αδιεξόδων. Από τη μεριά μας θεωρούμε πως ένα Λαϊκό Κίνημα αναπτυγμένο και συγκροτημένο σε παγκόσμια κλίμακα, θα μπορούσε να θέσει διαφορετικούς όρους και διαφορετικού τύπου «διλήμματα» προς όλες τις πλευρές και βεβαίως να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις πραγματικής διεξόδου για τους λαούς.
Είναι σαφές ότι απέχουμε από αυτό το σημείο. Ολοφάνερα ωστόσο βρισκόμαστε και σε μια φάση ανασύνταξης καθώς όλο και περισσότερος κόσμος μπαίνει στο στίβο του αγώνα από τη μια άκρη της γης μέχρι την άλλη. Και εδώ πλέον βρίσκεται το κρίσιμο ζήτημα. Πώς, μέσα από ποιους δρόμους και τρόπους, με βάση ποια κατεύθυνση μπορεί αυτό το κίνημα να φθάσει σ’ εκείνο το επίπεδο ώστε να γίνει ικανό να αντιπαρατεθεί αποτελεσματικά στις δυνάμεις του συστήματος.
Μέρος Β’ Για την πάλη των λαών
Προβλήματα που αναδείχνονται
Τι μας δίνει η τέτοια θεώρηση των πραγμάτων;
Πρώτον. Ποιο είναι το κρίσιμο ζήτημα των ημερών. Πού βρίσκεται ο κρίκος που ξετυλίγει την αλυσίδα των εξελίξεων προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση; Βρίσκεται χωρίς αμφιβολία στο ζήτημα του επικείμενου πολέμου ενάντια στο Ιράκ και θέτει σαν κεντρικό στόχο του κινήματος την πάλη για την ανατροπή του.
Δεύτερο. Καμιά οριστική απάντηση στα προβλήματα των λαών, καμιά πραγματική διέξοδος για τα οράματα και τις προσδοκίες τους δεν μπορεί να δοθεί χωρίς ανάπτυξη-συγκρότηση ενός κινήματος (σε κάθε χώρα και σε διεθνή βάση) ικανού να αντιπαρατεθεί στο σύστημα.
Θα αποφύγουμε εδώ να αναφερθούμε στις εν γένει αναγκαιότητες που γεννάν αυτές οι διαπιστώσεις σε στρατηγικές κατευθύνσεις και πολιτικές γραμμές που πρέπει να προωθηθούν κλπ. Οχι γιατί δεν έχουμε άποψη. Αλλά γιατί κάτι τέτοιο θα μας έβγαζε έξω από το αντικείμενο αυτής της παρέμβασης. Ενδεικτικά και μόνο σημειώνουμε ότι θεωρούμε σαν θεμελιώδεις όρους μιας τέτοιας κατεύθυνσης: Την «εκ νέου» συγκρότηση του προλεταριάτου «σε τάξη για τον εαυτό της». Την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος στη βάση των απαιτήσεων της εποχής μας και σε διαλεκτική συνάρτηση με το προηγούμενο. Τα σημειώνουμε αυτά τόσο για να δώσουμε τον πυρήνα των απόψεών μας και του πεδίου αναφοράς τους όσο και για να υπογραμμίσουμε ότι οι απαντήσεις στο πρόβλημα των λαών δεν θα είναι ούτε γρήγορες ούτε εύκολες.
Παρακάμπτοντας λοιπόν και για ευνόητους λόγους τα προηγούμενα θα θέλαμε να σταθούμε και να υπογραμμίσουμε αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν «τρίτη» διαπίστωση και αφορά τη σχέση που συνδέει τις δυο πρώτες.
Αν λοιπόν είναι αλήθεια ότι καμιά οριστική απάντηση δεν μπορεί να δοθεί χωρίς την ανασυγκρότηση του κινήματος, άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι κανένα κίνημα δεν μπορεί να ανασυγκροτηθεί έξω από τη διαδικασία των απαντήσεων που δίνει (ή δε δίνει) στα κρίσιμα προβλήματα που αναδείχνει η ζωή και η ταξική πάλη.
Ταυτόχρονα, είναι επίσης αλήθεια, ότι καμιά πραγματική απάντηση δεν μπορεί να δοθεί από κανέναν αν αυτή «διατυπώνεται» έξω από τη συμμετοχή και κίνηση του κόσμου.
Οποιαδήποτε «στρατηγική» είναι απλώς ανύπαρκτη αν δεν απαντάει (πολιτικά-πραγματικά) στα προβλήματα που τίθενται.
Οποιαδήποτε πολιτική γραμμή στέκει απλώς στο αέρα αν δε δένει με την κίνηση του κόσμου, αν δε γίνεται στοιχείο της πάλης του.
Και για να είμαστε συγκεκριμένοι. Μπορούμε να μιλάμε για κινήματα, για στρατηγικές και τέτοια, χωρίς να απαντάμε στο πρόβλημα Ιράκ έτσι όπως μας τίθεται; Αν δε δώσουμε ουσιαστικές απαντήσεις στα ζητήματα που θέτει η εναντίωση των πλατιών λαϊκών μαζών στον πόλεμο, η ενεργοποίηση και η πάλη τους;
Το έχουμε πει και συνεχίζουμε να επιμένουμε σ’ αυτό. Η ήττα του λαού του Ιράκ θα είναι ήττα συνολικά των λαών. Οπως ήττα των λαών υπήρξε η ήττα του Ιρακινού -πάλι- λαού το 1991, του Γιουγκοσλαβικού, του Αφγανικού, του Παλαιστινιακού. Αντίθετα, θα είναι νίκη των λαών και θα δημιουργεί ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό (σε θετική κατεύθυνση) η αποτροπή του πολέμου και τόσο περισσότερο όσο αυτό γίνει κάτω από την επίδραση της όλο και πιο μαζικής και ενεργητικής αντίδρασης των λαών.
Πάλη ενάντια στον πόλεμο
Αυτό σημαίνει δυο πράγματα. Πρώτον, ότι ο στόχος της αποτροπής του πολέμου θα πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο της πάλης μας και πως όλες οι προσπάθειές μας θα πρέπει να υποτάσσονται και να υπηρετούν αυτό το στόχο.
Δεύτερον, ότι η τακτική μας θα πρέπει να υπηρετεί την κατεύθυνση τής όσο γίνεται πιο μαζικής και ενεργητικής συμμετοχής των μαζών κατά χώρα και στη διεθνή της διάσταση σαν όρο αποτελεσματικότητας αυτής της πάλης και όχι μόνο.
Δεν έχουμε την αυταπάτη ότι όλα αυτά μπορούν να γίνουν εύκολα, απλά και χωρίς προβλήματα. Ισα-ίσα. Γνωρίζουμε πως υπάρχουν διαφορετικές ή αντιτιθέμενες απόψεις ή ενστάσεις και αντιρρήσεις. Γνωρίζουμε επίσης ότι αυτές απηχούν και πραγματικά (και όχι μόνο προσχηματικά) προβλήματα, ότι είναι υπαρκτοί οι κίνδυνοι παρεκκλίσεων και κάθε είδους «παγίδες» και σ’ αυτήν όπως και σε κάθε άλλη κατεύθυνση.
Γνωρίζουμε όμως κάτι ακόμη. Η κίνηση των πραγμάτων ήταν, είναι και θα είναι πάντα αντιφατική. Θα περιέχει και τούτο και το άλλο.
Αν μιλάμε για ταξική πάλη, βρισκόμαστε «μέσα» σ’ αυτή και όχι σε κάποιο σχεδιαστήριο για να τη σχεδιάσουμε. Δεν έχουμε τα δεδομένα της αποθηκευμένα στον ηλεκτρονικό υπολογιστή μας για να την προγραμματίσουμε. Αλλωστε στη διαπίστωση αυτής ακριβώς της κινητικότητας στηρίζεται η άποψη του βασικού κρίκου των εξελίξεων. Αυτού που δίνει τη θετική διέξοδο μέσα από ένα συνολικά αντιφατικό πεδίο.
Και για να γινόμαστε συγκεκριμένοι. Σ’ αυτό τον πόλεμο αντιτίθενται (ή «αντιτίθενται») όσο, όπως και για δικούς τους λόγους κάποιες αστικές και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Αυτή η κατάσταση γεννάει από τη μια την τάση της συμπόρευσης, της συμμαχίας με αστικές δυνάμεις. Από την άλλη, κάποιοι «φοβούνται» ότι από την αντιπολεμική πάλη θα «ωφεληθούν» οι άλλοι ιμπεριαλιστές. Ως προς το πρώτο η απάντηση είναι απλή και καθαρή. Απορρίπτουμε χωρίς συζήτηση κάθε ιδέα συμμαχίας με ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και θεωρούμε αδιαπραγμάτευτη την ανεξαρτησία του κινήματος και την αυτόνομη πορεία του. (Θα αναφερθούμε και στη συνέχεια)
Οσο για τα πιθανά ωφελήματα των άλλων ιμπεριαλιστών. Εμείς δεν κλείνουμε τα μάτια. Ναι, όπως έχουν τα πράγματα, είναι δυνατό να ωφεληθούν κατά κάποιο τρόπο οι άλλοι ιμπεριαλιστές.
Αλλά αγαπητοί σ., από αυτό «δεν γλιτώνουμε» περιχαρακωμένοι στη γωνιά μας. Ισα-ίσα, έτσι ενισχύουμε αυτή την πλευρά του πράγματος. Και βέβαια συγκεντρώνοντας τα πυρά μας στον πιο επιθετικό ιμπεριαλιστή (ΗΠΑ) δε σημαίνει καθόλου ότι αφήνουμε στο απυρόβλητο τους άλλους. Από κει και πέρα υπάρχουν και κάποια άλλα αποτελέσματα.
- Δέχεται πλήγμα και φρενάρεται ο πιο επιθετικός και ο πιο επικίνδυνος σήμερα για τους λαούς ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ, η ατμομηχανή της παγκόσμιας αντίδρασης σε όλα τα πεδία.
- Απονομιμοποιούνται οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις τόσο οι προηγούμενες όσο και, κύρια, οι επόμενες. Δηλαδή υπονομεύεται, αποδυναμώνεται συνολικά το πλέγμα της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας.
- Βγαίνουν στο προσκήνιο οι μάζες, ενισχύεται ο ρόλος και η επίδρασή του στις εξελίξεις, η εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους και στην αποτελεσματικότητα της μαζικής, οργανωμένης πάλης.
- Δυναμώνουν μέσα από μια τέτοια διαδικασία εκείνες ακριβώς οι δυνάμεις που με τη μεγαλύτερη συνέπεια, συνέχεια, επιμονή και αποφασιστικότητα θα υπηρετήσουν αυτή την πάλη.
Αντίθετα, η πραγματοποίηση της επέμβασης δε θα κομματιάσει μόνο το λαό του Ιράκ. Θα ενισχύσει την επιθετικότητα των ΗΠΑ, θα ανοίξει το δρόμο για νέες επεμβάσεις, θα μεγαλώσει τους κινδύνους. Θα δημιουργήσει ένα καταθλιπτικό κλίμα ήττας, απογοήτευσης, και υποταγής διεθνώς και σε κάθε χώρα και τόσο περισσότερο όσο λιγότερο βρίσκονται οι μάζες στο πεδίο της ενεργής αντίστασης και πάλης. Και είναι ακριβώς η απενεργοποίηση των μαζών που θα ενισχύσει τις τάσεις πρόσδεσης σ’ αυτόν ή εκείνο τον ιμπεριαλισμό.
Ενάντια σε αυταπάτες και συγχύσεις
Ενας άλλος -υπαρκτός- κίνδυνος είναι η ενίσχυση των αυταπατών περί ενός «άλλου κόσμου» «ενότητας», «συνεργασίας» και ο οποίος είναι «εφικτός» με την αποκατάσταση της πορείας προς μια («καλή») «παγκοσμιοποίηση» κλπ.
Οσο μας αφορά αντιπαρατεθήκαμε ευθύς εξαρχής σ’ αυτές τις αντιλήψεις και μάλιστα είμαστε η μόνη δύναμη που απέρριψε άμεσα, απόλυτα και κατηγορηματικά και το πλαίσιο θεώρησης («παγκοσμιοποίηση») που σέρβιρε το σύστημα και που αποτέλεσε τη θεωρητική βάση αυτών των αυταπατών. Εχουμε λοιπόν να πούμε ότι ούτε από αυτόν τον κίνδυνο «γλιτώνουμε» ξορκίζοντάς τον. Είναι ένα πρόβλημα που το αντιμετωπίζουμε εδώ και χρόνια και θα το έχουμε μάλλον για καιρό μπροστά μας να το αντιπαλεύουμε.
Θα είχαμε μάλιστα να προσθέσουμε ότι η ροπή προς αυταπάτες μπορεί να ενισχυθεί σε μια σειρά εκδοχές του πράγματος και τόσο περισσότερο όσο πιο παροπλισμένος και στο περιθώριο θα βρίσκεται ο κόσμος. Αναφερόμαστε στην περίπτωση που οι ιμπεριαλιστές βρουν φόρμουλα συνεννόησης και ο πόλεμος γίνει «νόμιμα» και υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Ή ακόμη στην περίπτωση που μια τέτοια φόρμουλα βρεθεί μετά τον πόλεμο.
Αλλά ακόμα κι αν πάρουμε την εκδοχή, ότι αυτές τις αυταπάτες τις σκορπίσει στους τέσσερις ανέμους -όχι η λαϊκή πάλη- αλλά η παραπέρα όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, το αποτέλεσμα δεν θα είναι το «ξύπνημα» του κόσμου (αυτό θα έρθει αργότερα –ΜΕΤΑ) αλλά η σύγχυση, η απογοήτευση, η στοίχισή του στη μια ή την άλλη πλευρά. Οπως και να έχει και σε οποιαδήποτε περίπτωση, η δική μας άποψη δεν περιέχει ούτε ίχνος αποδοχής ή «συμφιλίωσης» με τέτοιου είδους αυταπάτες αλλά έχει σαν βασικό της στοιχείο το διαρκές και αδιάλλακτο μέτωπο ενάντιά τους.
Ενα άλλο πρόβλημα είναι η σύγχυση που πιθανά να δημιουργηθεί στον κόσμο για την θέση και το ρόλο του καθένα μέσα στην αντιπολεμική συμπαράταξη. Ιδιαίτερα σε σχέση με δυνάμεις που δεν είναι «συνεπείς». Βέβαια εδώ υπάρχει καταρχήν ένα ερώτημα ποιοι και με βάση ποια κριτήρια κάνουν τους διαχωρισμούς. Γιατί εμείς λ.χ. θα μπορούσαμε να θέσουμε αρκετά ερωτήματα για το είδος της «συνέπειας» πολλών. Ας είναι.
Ας μείνουμε στο πρόβλημα και στις διαστάσεις με τις οποίες σήμερα εμφανίζεται. Το ζήτημα τίθεται κύρια σε αναφορά με δυνάμεις που κρατούσαν επαμφοτερίζουσα στάση στις προηγούμενες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις ή ακόμη και τις υποστήριζαν. Η πιθανότητα συνεπώς -με βάση τα χαρακτηριστικά τους- να υπαναχωρήσουν είναι πάντα υπαρκτή. Τέτοιου είδους προβλήματα υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν όπως και να ‘χει. Οσο μάλιστα μας αφορά, «δεν ξεχνάμε» τίποτα, δε «χαρίζουμε» τίποτε και σε κανέναν. Και φυσικά επαγρυπνούμε. Αλλά και όπως ήδη αναφέραμε, μπροστά μας δεν έχουμε τον «κακό» και τον «καλό» δρόμο-στρωμένη λεωφόρο για να διαλέξουμε εκ του ασφαλούς. Εχουμε ένα αντιφατικό πεδίο, μέσα σ’ αυτό πρέπει να κινηθούμε και μέσα απ’ αυτό να ανοίξουμε, να «δημιουργήσουμε» το δρόμο μας.
Οταν λοιπόν θέτουμε σαν κρίσιμο ζήτημα την αποτροπή του πολέμου, όταν θέτουμε σαν όρο αποτελεσματικότητας την πιο μαζική συμμετοχή (ελλαδικά και διεθνώς), όταν αυτό προϋποθέτει την πιο πλατιά αντιπολεμική συμπαράταξη, εμείς κινούμαστε σε μια τέτοια κατεύθυνση και έχοντας ταυτόχρονα πλήρη επίγνωση ότι μέσα στα θετικά που αναδείχνει (και είναι τα κύρια) κουβαλάει και κάποια αρνητικά ενδεχόμενα.
Συμπαράταξη και αυτονομία
Και για να γινόμαστε και πάλι συγκεκριμένοι. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ορισμένα αστικά και ιμπεριαλιστικά ευρωπαϊκά κέντρα πριμοδότησαν την αντίδραση του κόσμου για να ενισχύσουν τη θέση τους στο ιμπεριαλιστικό ταμπλό και με πίεση «από τα κάτω». Γνωρίζουμε ότι άλλες δυνάμεις προσέτρεξαν με προθυμία να υπηρετήσουν αυτό το χειρισμό με βάση ανάλογες δικές τους αντιλήψεις ή και αυταπάτες. Εχουμε επίσης πολύ καθαρό ότι μια ορισμένη κινητικότητα καθορίζεται σε σημαντικό βαθμό από αστικά και ρεφορμιστικά κέντρα ελέγχου.
Εχουμε ακόμα πλήρη επίγνωση ότι η κίνηση του κόσμου δεν έχει αποκτήσει ακόμη ολοκληρωμένα δικούς της πολιτικούς «κινητήρες» και συνεπώς τη δυνατότητα πλήρους αυτονόμησης απέναντι σ’ αυτά τα κέντρα.
Υπάρχουν όμως και κάποιες άλλες πλευρές στο ζήτημα.
- Η αντιπολεμική συμπαράταξη δε σημαίνει καθόλου την υπαγωγή μιας δύναμης σε κάποια άλλη. Εμείς τουλάχιστον δεν προτείνουμε κάτι τέτοιο, δεν το εννοούμε, και ούτε θα το αποδεχόμασταν. Οπως ήδη αναφέραμε, το ζήτημα αυτό δεν το παζαρεύουμε. Διατηρούμε το δικαίωμα όχι μόνο της προβολής των ιδιαίτερων απόψεών μας, αλλά και αυτό της κριτικής ή και πολεμικής απέναντι σε απόψεις που θεωρούμε λαθεμένες. Εννοείται φυσικά ότι το ίδιο ισχύει για όλους και στη βάση μιας λογικής ενότητας και πάλης.
- Προτείνουμε συγκεκριμένη (μίνιμουμ) πλατφόρμα αντιπολεμικής συμπαράταξης. Γιατί συμπαράταξη -για μας- δε σημαίνει αποδοχή οποιασδήποτε πολιτικής βάσης ούτε την ανυπαρξία της. Τίθενται πολιτικοί όροι και δεσμεύσεις και όσο μας αφορά κάναμε ήδη κάποιες προτάσεις. Αν κάποιες δυνάμεις δεν συμφωνούν ή δεν καλύπτονται, ας θέσουν για συζήτηση τις δικές τους προτάσεις.
- Και ίσως το πιο σημαντικό. Ο κόσμος κινείται στη βάση των αντιπολεμικών του διαθέσεων. Αυτό είναι που βασικά χαρακτηρίζει την κίνησή του. Αυτό πολύ απλά σημαίνει ότι κάθε λοξοδρόμημα, ολιγωρία και υπαναχώρηση από αυτή την κατεύθυνση, μπορεί σχετικά εύκολα να επισημανθεί, να απομονωθεί και να χτυπηθεί από τον ίδιο τον κόσμο. Πολύ περισσότερο που θα υπάρχουν δυνάμεις που θα επαγρυπνούν απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο και θα ‘ναι έτοιμες να αντιδράσουν άμεσα.
- Σε μια τέτοια διαδικασία αυτές που θα ενισχύονται είναι ακριβώς οι δυνάμεις που θα προωθούν με τη μεγαλύτερη συνέπεια τους στόχους αυτής της πάλης, αυτές που θα δίνουν (θεωρητικά και πρακτικά) τις ουσιαστικότερες απαντήσεις στα προβλήματα των καιρών.
Γιατί μια «παλιά» αλήθεια (μάλλον «ξεχασμένη» από κάποιους) είναι πως η ανάπτυξη του κινήματος και η ενίσχυση του (όποιου) υποκειμενικού παράγοντα όχι μόνο δεν είναι ανταγωνιστικά μεγέθη αλλά είναι διαλεκτικά δεμένα μεταξύ τους και το ένα ενισχύει το άλλο. Αν συμβαίνει διαφορετικά, τότε αυτός που πρέπει να «ψαχτεί» δεν είναι το κίνημα.
Το αντικείμενο μιας διαμάχης
Ολα αυτά (όσα είπαμε κι όσα δεν είπαμε) σημαίνουν ότι:
- Η σωστή τακτική είναι αυτή που ανοίγει δρόμους και ενθαρρύνει την όσο γίνεται πιο πλατιά και μαζική λαϊκή ενεργοποίηση και συμμετοχή. (Αυτών που ήδη συμμετέχουν , αυτών που το «σκέφτονται», αυτών που θέλουν ενθάρρυνση). Αντίθετα είναι βαθιά λαθεμένη εκείνη η τακτική που περιχαρακώνει, που θέτει φραγμούς, που αποθαρρύνει και απογοητεύει.
- Η διαφορετική αντιμετώπιση του πράγματος σημαίνει πολύ απλά αλλά και πολύ καθαρά ότι κάποιοι υποτάσσουν τις ανάγκες του κινήματος στις ανάγκες του φορέα που υπηρετούν. Μάλιστα και κατά τραγελαφικό τρόπο, με μια τέτοια λογική αντιστρατεύονται και το στόχο που νομίζουν πως εξυπηρετούν. Γιατί (αν εννοείται μιλάμε για λαϊκό αριστερό φορέα) υπονομεύοντας την ανάπτυξη του κινήματος υπονομεύουν και τη δική τους ενίσχυση.
- Σημαίνει ακόμη την ύπαρξη βαθιάς σύγχυσης όσον αφορά τις έννοιες πρωτοπορία και πρωτοκαθεδρία, τις οποίες μάλλον τις μπερδεύουν. Εκτός και αν υποθέσουμε (και γιατί όχι) πως μια ορισμένη τακτική δεν είναι προϊόν σύγχυσης αλλά συνειδητή πολιτική επιλογή.
Γιατί ο ρόλος της πρωτοπορίας δεν κερδίζεται με μεθοδεύσεις αλλά μέσα σε μια πορεία συνέπειας, προσφοράς και στη βάση μιας σωστής πολιτικής γραμμής και αντίληψης. Αντίθετα, η πρωτοκαθεδρία μπορεί πράγματι να κερδηθεί με μεθοδεύσεις. Μόνο που αυτές οι μεθοδεύσεις καθορίζουν και το χαρακτήρα της σαν αστική σχέση που μόνο το σύστημα μπορεί να υπηρετήσει και όχι το λαό.
Και για να γίνουμε ακόμα πιο συγκεκριμένοι
Αν έρθουμε στα καθ’ ημάς, ο μεν ΣΥΝ προωθεί – χάριν της «ενότητας» πάντα – την υπαγωγή των πάντων κάτω από την ομπρέλα του «κινήματος των κινημάτων» (φόρουμ κ.λπ.), ενώ το δε ΚΚΕ αντιτάσσει τη δική του επίσης «ενότητα» υπό το ΠΑΜΕ, τη Δράση κ.λπ. Έτσι, προτάσσοντας μια «ιδιωτικού» χαρακτήρα «ενότητα» ο καθένας, υπονομεύουν από κοινού την ενότητα και την αποτελεσματικότητα του αντιπολεμικού – αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.
Στην πραγματικότητα, θέτουν σε πρώτο πλάνο και για λογαριασμό του ο καθένας τη διεκδίκηση της πρωτοκαθεδρίας στον ευρύτερο αριστερό χώρο στη χώρα μας. Κινούμενοι, μάλιστα, υπό ένα τέτοιο «άγχος», οδηγούνται είτε σε τοποθετήσεις εκτός τόπου και χρόνου (ΣΥΝ) για τις αρετές της Ευρώπης και άλλα τέτοια ηχηρά, είτε (το ΚΚΕ) σε εκτιμήσεις που δείχνουν, το λιγότερο, σύγχυση.
Γιατί τι θα πει, λ.χ., το ότι «το σύνθημα να μην πάρει η Ελλάδα μέρος στον πόλεμο δεν είναι εύστοχο», ενώ είναι το «να βγει η Ελλάδα από τη διαδικασία προετοιμασίας του πολέμου και – εννοείται – και τον πόλεμο»; Τι και ποιον εξυπηρετεί αυτή η διύλιση του κώνωπα και η «διαφοροποίηση για τη διαφοροποίηση»;
Αλλά πέρα από το «άγχος», μέσα σε όλα αυτά υπάρχει και μια σχέση αλληλοτροφοδότησης της εκατέρωθεν αρνητικής στάσης. Ο μεν ΣΥΝ, με τα «ανοίγματα» σε υποτιθέμενες «φιλειρηνικές» δυνάμεις, πέραν των άλλων, ενισχύει την κομματοκεντρική λογική και τις αντίστοιχες τάσεις στο ΚΚΕ· η δε στάση του ΚΚΕ αποτελεί πραγματικό «δώρο» για την ηγεσία του ΣΥΝ, ή τουλάχιστον για εκείνη την πτέρυγά του που αισθάνεται ήσυχη και «ευτυχής» όσο η τακτική του ΚΚΕ την απαλλάσσει από την υποχρέωση να αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις απέναντι στο κίνημα.
Σαν επίλογος
Τα σημεία που θέτουμε ως στοιχεία της μίνιμουμ πλατφόρμας αποτελούν συνειδητή μας επιλογή. Θεωρούμε ότι είναι τόσο «πλατιά» ώστε να «χωράνε» τον καθένα που αντιτίθεται ειλικρινά στον πόλεμο και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και ταυτόχρονα τόσο «στενά» ώστε να δεσμεύουν και να διασφαλίζουν ουσιαστικά μια τέτοια κατεύθυνση.
Είναι ίσως περιττή κάθε διευκρίνιση τους και τα ζητήματα τίθενται αρκετά καθαρά· αλλά παρ’ όλα αυτά, εμείς θα πούμε δυο λόγια, έτσι που να μην υπάρχουν περιθώρια παρεξηγήσεων ή «παρερμηνειών». Όταν, λ.χ., λέμε «ενάντια στον πόλεμο είτε γίνει με έγκριση του ΟΗΕ είτε χωρίς, είτε συμμετάσχει η Ε.Ε. είτε όχι», νομίζουμε ότι ο καθένας μπορεί να εκτιμήσει τι είδους δέσμευση αναλαμβάνει όποιος αποδεχθεί μια τέτοια θέση και απέναντι σε ποια πολιτικά ενδεχόμενα.
Όταν λέμε «καμία ελληνική συμμετοχή και καμία χρήση του ελληνικού εδάφους στον πόλεμο», ο καθένας ας αναρωτηθεί τι θα σήμαινε, λ.χ., η απενεργοποίηση της βάσης της Σούδας (και άλλων) έστω κατά τη διάρκεια του πολέμου, ή ποιος θα ήταν πραγματικά διατεθειμένος να αγωνιστεί για κάτι τέτοιο.
Αλλά όπως ήδη είπαμε, το ζήτημα αυτό είναι ακόμα ανοιχτό και ο καθένας μπορεί να θέσει προς συζήτηση τις δικές του προτάσεις.
Συζήτηση
Διαβάστε επίσης:

Αξιολόγηση στο δημόσιο: η εδραίωσή της , καταλύτης της επίθεσης στους εργαζόμενους σε δημόσιο αλλά και ιδιωτικό τομέα
Δεν περιμέναμε τις δηλώσεις της νέας – μετά τον ανασχηματισμό- υπουργού παιδείας Ζαχαράκη, ούτε ακόμα τις δηλώσεις του ίδιου του πρωθυπουργού Μητσοτάκη για να αντιληφθούμε πως είναι μεγάλο στοίχημα (και αυτής) της κυβέρνησης να κατοχυρωθεί η αξιολόγηση στο δημόσιο, ιδιαίτερα στους εκπαιδευτικούς. Δεκαετίες τώρα, με όποια εναλλαγή στο τιμόνι της διακυβέρνησης, αποτελούσε στοίχημα για την αστική τάξη, το σύστημα,
Διαβάστε περισότερα

Ποιος φοβάται το κίνημα;
Ποιος φοβάται το κίνημα αλήθεια; Προφανώς το σύστημα. Η αστική τάξη και οι πολιτικοί της εκφραστές. Το κίνημα αμφισβητεί την κυριαρχία τους. Το «δικαίωμά» τους να ληστεύουν και να καταπιέζουν το λαό. Γι’ αυτό το χτυπούν με κάθε μέσο.
Οπωσδήποτε και οι ρεφορμιστές. Για άλλους λόγους αυτοί. Το κίνημα στην ανάπτυξή του τους αμφισβητεί και αυτούς. Τους παραμερίζει, τους προσπερνά,
Διαβάστε περισότερα

Ουκρανία: Γκάλοπ
Διπλάσιο, λέει, το ποσοστό των ρώσων πολιτών που βλέπουν με αισιοδοξία το μέλλον μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Ηταν το αποτέλεσμα δημοσκόπησης που διενεργήθηκε σε δείγμα 1500 ατόμων που έδωσε αυτό το ποσοστό (49%) σε σχέση με το 25% που είχαν παρόμοια άποψη τον περασμένο Δεκέμβριο.
Το κοίταγα και το ξανακοίταγα και προσπαθούσα να καταλάβω πού διάολο κάνω λάθος αναμένοντας
Διαβάστε περισότερα

Πόλεμος στην Ουκρανία: Κλιμάκωση χωρίς όρια
Αποφασίστηκε τελικά να δοθούν από τις ΗΠΑ τα 61 δις ενίσχυσης του Κιέβου. Αυτά προστίθενται στα άλλα τόσα, και ίσως και περισσότερα, που ήδη διοχετεύονται προς την ίδια κατεύθυνση από την μεριά ευρωπαϊκών χωρών. Εκατομμύρια που μέλλεται να μεταφραστούν σε οπλικά συστήματα έως και F16.
Μια εξέλιξη που ήρθε να διαψεύσει τα διάφορα ανυπόστατα που διατυπώνονταν από διάφορες πλευρές. Όπως