Τούρκικη επιθετικότητα και Ελληνική ”ατσιδοσύνη”
Π.Σ. 275, 18-06-94
Ταραχή και αντιδράσεις προκάλεσαν οι δηλώσεις Τσιλέρ. Αμφίβολο, ωστόσο, παραμένει το πόσο συνειδητοποιήθηκαν από την πλευρά της πολιτικής μας «ηγεσίας» οι πραγματικές διαστάσεις του ζητήματος, το ποιους όρους δημιουργεί η πολιτική τους.
Οι δηλώσεις Τσιλέρ ανέδειξαν για άλλη μια φορά την επιθετικότητα του τουρκικού σωβινισμού. Ούτε λίγο ούτε πολύ, η εν λόγω κυρία απείλησε με εισβολή στα ελληνικά νησιά του Αιγαίου σε περίπτωση που η Ελλάδα ασκήσει το δικαίωμά της για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια.
«Υπενθύμισαν» τις πάντα υπαρκτές τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο, στη Θράκη, καθώς και τις ήδη υλοποιημένες στην Κύπρο. Και βεβαίως υπενθύμισαν την αναγκαιότητα αποφασιστικής αντιμετώπισης μιας τέτοιας πολιτικής. Από ποιον, όμως, και σε ποια κατεύθυνση;
Γιατί οι δηλώσεις Τσιλέρ, αλλά και όλες οι τουρκικές κινήσεις το τελευταίο διάστημα, ανέδειξαν και ένα από τα κρισιμότερα ζητήματα της περιοχής: τον ανταγωνισμό –εδώ και χρόνια– των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας για ηγεμονικό ρόλο στην περιοχή. Ανταγωνισμός που έχει ενταθεί το τελευταίο διάστημα με βάση τις εξελίξεις στις ανατολικές χώρες και στα Βαλκάνια. Ένας ανταγωνισμός που έχει αντιδραστικά χαρακτηριστικά από όποια πλευρά κι αν το δει κανείς.
Εδώ κάποιοι «πατριώτες» θα μπορούσαν ίσως να αντιδράσουν (συνηθίζεται άλλωστε τελευταία): Μπορούμε άραγε να εξισώνουμε την τουρκική επιθετικότητα με την όποια ελληνική; Ασφαλώς και δεν μπορούμε να τις εξισώνουμε.
Αλλά η όποια διαφορά βρίσκεται στα μεγέθη, βρίσκεται στους συσχετισμούς, και δεν βρίσκεται στα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των πολιτικών, που είναι παρόμοια αντιδραστικές. Ο τουρκικός σωβινισμός είναι τόσο περισσότερο επιθετικός από τον ελληνικό, όσο ακριβώς ισχυρότερη εμφανίζεται η Τουρκία απέναντι στην Ελλάδα στην περιοχή. Βεβαίως, και αυτού του είδους η διαφορά έχει τη σημασία της, και μάλιστα πολλαπλή. Η «ποσότητα» σε αυτές τις περιπτώσεις εμπεριέχει και στοιχεία «ποιότητας», που με έναν τρόπο προσδιορίζουν τα όρια μιας τέτοιας πολιτικής. Ωστόσο, το αντιδραστικό του χαρακτήρα παραμένει σε όλες τις περιπτώσεις.
Το ότι μια τέτοια κατάσταση εμπεριέχει πολλούς κινδύνους για τους δύο λαούς και γενικότερα για την περιοχή είναι ολοφάνερο. Άλλο τόσο φανερή είναι η αναγκαιότητα αντιμετώπισής της. Και όσον αφορά την αναγκαιότητα αντιμετώπισης της τουρκικής επιθετικότητας, εδώ όλοι (στη χώρα μας) συμφωνούν. Μόνο που οι περισσότεροι κλείνουν τα μάτια όταν μπαίνει το ζήτημα του αντιδραστικού χαρακτήρα της πολιτικής που ασκούν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Αλλά ακριβώς εδώ βρίσκεται το ζήτημα. Για τις προοδευτικές δυνάμεις της κάθε χώρας, η ουσιαστική αντιμετώπιση ενός τέτοιου προβλήματος περνάει πρώτα απ’ όλα από το χτύπημα του εθνικισμού και του σωβινισμού στην ίδια τους τη χώρα.
Έχουμε την κατηγορηματική άποψη πως η πολιτική που ακολούθησε η ελληνική κυβέρνηση στο ζήτημα αυτό έχει αντιδραστικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, είναι μια πολιτική που δεν πατάει πουθενά, μια πολιτική τυχοδιωκτική και συνεπώς επικίνδυνη.
Για την πολιτική, λοιπόν, των ελληνικών κυβερνήσεων έχουμε την κατηγορηματική άποψη πως έχει αντιδραστικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, είναι μια πολιτική που δεν πατάει πουθενά, μια πολιτική τυχοδιωκτική και συνεπώς μια πολιτική επικίνδυνη.
Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι:
Μετά τις εξελίξεις στις ανατολικές χώρες και τα Βαλκάνια, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, η Ελλάδα προσπάθησε να αναδειχθεί σε εγγυητή των δυτικών ιμπεριαλιστικών συμφερόντων και συμπεριφέρθηκε ανάλογα. Αντιμετώπισε σαν χώρες δεύτερης κατηγορίας τις άλλες βαλκανικές χώρες και τους λαούς τους ως αντικείμενο εκμετάλλευσης. Συμπεριφέρθηκε ως τοπάρχης, τροφοδοτώντας εθνικιστικές και σωβινιστικές τάσεις, φτάνοντας μέχρι και στην προβολή εδαφικών διεκδικήσεων. Αντιμετώπισε τους γειτονικούς λαούς σαν αντικείμενα εκμετάλλευσης και μόνο.
Ταυτόχρονα, υπήρξε μια πολιτική που δεν πατούσε πουθενά, που βρισκόταν στον αέρα. Μόνο «όπλο» της ήταν –όπως υπολόγιζαν οι φορείς της– η εύνοια και η στήριξη των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Η πολιτική αυτή στην Αλβανία και τη Βουλγαρία ανέδειξε και ενίσχυσε δυνάμεις που ήταν βέβαιο ότι θα ανέπτυσσαν τον δικό τους εθνικισμό και θα πρόβαλλαν αντίστοιχες διεκδικήσεις στο μέλλον. Το αποτέλεσμα: Σήμερα η Ελλάδα έχει ανοιχτά μέτωπα σχεδόν σε όλη την περιοχή. Στα βόρεια σύνορά της έχει ανοιχτά μέτωπα με την Π.Γ.Δ.Μ., την Αλβανία, ενώ και με τη Βουλγαρία οι σχέσεις δεν είναι ιδιαίτερα ρόδινες. «Κατάφερε», με άλλα λόγια –με εξαίρεση τη Σερβία–, να απομονώσει τη χώρα στην περιοχή.
«Κατάφερε» δηλαδή η ελληνική αστική τάξη, με την πολιτική της, να βρεθεί σήμερα αντιμέτωπη με την τουρκική απειλή έχοντας ανοιχτά όλα τα μέτωπα στις πλάτες της. Κι αυτό, βέβαια, είναι ένα εξαιρετικό δείγμα «διορατικότητας» και «υπεύθυνης πολιτικής».
Θα υπέθετε κανείς ότι, έστω τώρα, θα γινόταν κατανοητό πως αυτά τα ζητήματα δεν αντιμετωπίζονται με τακτικούς χειρισμούς και ανέξοδο «χαμήλωμα των τόνων». Τα μέτωπα δεν κλείνουν έτσι. Χρειάζεται πραγματική στροφή και λύσεις που να ανταποκρίνονται στα συμφέροντα των λαών.
Το κλείσιμο του «αλβανικού μετώπου» περνάει βεβαίως μέσα από την αντιμετώπιση του αλβανικού εθνικισμού. Αλλά η αντιμετώπιση της πολιτικής Μπερίσα και η υπεράσπιση των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας περνάει επίσης σίγουρα μέσα από την πραγματική εγγύηση της ασφάλειας του αλβανικού λαού και της χώρας του. Περνάει μέσα από το χτύπημα των ελληνικών σωβινιστικών κύκλων, του παπαδαριού που έκανε επάγγελμα τον «βορειοηπειρωτισμό», καθώς και από το κλείσιμο των ραδιοσταθμών που έχουν κυκλώσει τη Νότια Αλβανία.
Το κλείσιμο του «μακεδονικού μετώπου» περνάει σίγουρα από την αντιμετώπιση του σωβινισμού και των διεκδικήσεων που αναπτύσσουν εθνικιστικοί κύκλοι στην Π.Γ.Δ.Μ. Κυρίως όμως περνάει μέσα από την ειλικρινή διάθεση εξεύρεσης λύσεων με έναν λαό που στη μεγάλη του πλειοψηφία θέλει να συμβιώσει ειρηνικά με τον δικό μας, και το κύριο που διεκδικεί είναι το δικαίωμα της ύπαρξής του. Κάτι τέτοιο ωστόσο προϋποθέτει την ανατροπή μιας πολιτικής στη χώρα μας που αμφισβητεί αυτό το δικαίωμα.
Υπάρχει μια τέτοια διάθεση στους κυρίαρχους κύκλους της χώρας μας; Εκτιμάμε πως όχι. Πέρα από τα όσα ήδη αναφέραμε και θα μπορούσαμε ακόμα να αναφέρουμε, ας ρίξει κανείς μια ματιά σ’ ένα «άσχετο» ζήτημα: στα κεντρικά συνθήματα των ευρωεκλογών. ΠΑΣΟΚ, «Δυνατό ΠΑΣΟΚ – Δυνατή Ελλάδα στην Ευρώπη». Ν.Δ., «Δυνατή Ελλάδα, σεβαστή στην Ευρώπη». ΠΟ.ΛΑ., «Ισχυροί Έλληνες – Ισότιμοι Ευρωπαίοι». Πέρα από την εμφανή ομοιότητα, αυτό που θέλουμε να επισημάνουμε εμείς είναι το «σύνδρομο ισχύος» που διακατέχει τους υπεύθυνους αυτών των συνθημάτων. Δείχνει από μια άλλη πλευρά ότι οι φορείς αυτών των αντιλήψεων είναι ανίκανοι όχι μόνο να αλλάξουν πολιτική, αλλά και στοιχειωδώς να προσγειωθούν. Και βεβαίως αυτή η «ισχύς» του αέρος, υπό άλλες συνθήκες, μόνο αντικείμενο πλάκας θα μπορούσε να είναι. Στις συγκεκριμένες όμως συνθήκες και με βάση τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο λαός και η χώρα, οι άνθρωποι αυτοί είναι ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ. Και ακριβώς αυτοί οι άνθρωποι διαχειρίζονται σήμερα τις τύχες μας, και είναι η δική τους τυχοδιωκτική πολιτική που καθορίζει την πορεία της χώρας. Αυτό είναι και το κύριο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει ο λαός μας και οι προοδευτικές δυνάμεις αυτού του τόπου.
Υ.Γ.: Σε λίγο συμπληρώνονται 20 χρόνια από τη διχοτόμηση της Κύπρου. Βεβαίως και ευθύνεται ο τουρκικός σωβινισμός, η εισβολή, ο επαίσχυντος ρόλος των Αμερικανών. Αλλά μόνο αυτοί; Αναφέρεται επίσης η «αφροσύνη» του Ιωαννίδη. Αλλά η κίνηση του Ιωαννίδη ήταν παντελώς άσχετη με την όλη αντιμετώπιση του κυπριακού ζητήματος όλο το προηγούμενο διάστημα; Και τι διδάγματα βγάζουμε απ’ αυτά; Στο ζήτημα αυτό, έτσι ή αλλιώς, θα επανέλθουμε.
Συζήτηση
Διαβάστε επίσης:

Ενταξη Σουηδίας – Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ
Ορισμένα «απλοϊκά» ερωτήματα
Η Σουηδία και η Φινλανδία αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την (όποια) ουδετερότητά τους για να κατοχυρώσουν, λέει, την ασφάλεια και την ανεξαρτησία τους. Αναρωτιέμαι λοιπόν ο ζαλός. Επί διακόσια χρόνια η Σουηδία και κοντά ογδόντα η Φινλανδία διάγουν εν ειρήνη. Αναπτύσσουν τον καπιταλισμό τους, λειτουργούν την αστική τους δημοκρατία εν ασφαλεία. Όλα αυτά παρόλο που η «ουδετερότητά» τους
Διαβάστε περισότερα

ΑΓΑΙO. Τίνος είναι αυτός ο Πόλεμος
του Βασίλη Σαμαρά
Π.Σ. 351, 10-01-98
Συνεχίζεται η τουρκική άσκηση στο Αιγαίο ενόσω γράφονται αυτές οι γραμμές. Οι αναφορές στα ΜΜΕ για κίνδυνο θερμού επεισοδίου εναλλάσσονται με εκτιμήσεις για ομαλότερες εξελίξεις. Εδώ υπάρχει μια κατάσταση εκ πρώτης όψεως παράδοξη. Οι λαοί Ελλάδας και Τουρκίας (αλλά και γενικότερα της περιοχής) σίγουρα δεν θέλουν τον πόλεμο μια και θα ναι αυτοί που
Διαβάστε περισότερα

Μαθητική προκήρυξη για το Ιράκ
- Ας εναντιωθούμε στον πόλεμο
- Ας αντιταχτούμε στην ιμπεριαλιστική επιδρομή
- Ας σταματήσουμε το χέρι των φονιάδων
Συμμαθητές και συμμαθήτριες,
Οι συμμαθητές και οι συμμαθήτριές μας στο Ιράκ δεν πηγαίνουν πια σχολείο. Τα σχολεία τους έχουν γίνει πλέον σωροί από ερείπια. Οι συμμαθητές μας στη Βαγδάτη θέλουν να ρωτήσουν τους
Διαβάστε περισότερα

Η κριτική (μελών του) στο ΚΚΕ και το πρόβλημα του κινήματος
Του Βασίλη Σαμαρά
17/08/2012
Ο κύκλος που ανοίγει
Το τελευταίο διάστημα στην προεκλογική και μετεκλογική περίοδο σε διάφορες ιστοσελίδες αλλά και στα ΜΜΕ άνοιξε ένας κύκλος κριτικής στην πολιτική του ΚΚΕ. Το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα του ΚΚΕ στις επαναληπτικές εκλογές ώθησε μέλη και στελέχη του (όπως τουλάχιστον παρουσιάζονται) σε παρεμβάσεις οξύτατης κριτικής της πολιτικής
Διαβάστε περισότερα

Κάντε με πρωθυπουργό
Όσοι έχουν θητεύσει ανά τους –πάλαι ποτέ– καφενέδες τής επικράτειας όλο και θα θυμούνται κάτι τύπους που είχαν έτοιμη τη συνταγή για τα προβλήματα της χώρας. «Κάντε με, ρε, πρωθυπουργό για μια μέρα –τους έφτανε μια μέρα– και θα δείτε». Ακολουθούσε στη συνέχεια το… πρόγραμμα που συνήθως αποτελούνταν από σειρά διαταγών. Θα διέταζε, λοιπόν, τους υπουργούς να είναι αποτελεσματικοί, τους
Διαβάστε περισότερα

Εκατό συν ένα χρόνια
του Βασίλη Σαμαρά
Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία, φυλ. 819, στις 10/3/2018
Διανύουμε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο. Μια περίοδο που βαρύνεται με τις συνέπειες της ήττας του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος. Της ήττας των λαών. Μια περίοδο που θέτει μεγάλα και σύνθετα